1 Ιανουαρίου 2017

Το δίδαγμα της δεκαετίας του 1940 στη Μεσσηνία

Το δίδαγμα της δεκαετίας του 1940 στη Μεσσηνία 
Η επέμβαση των Γερμανών επέφερε το τέλος του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Η πατρίδα μας και όλη η Ευρώπη υπό κατοχή. Στη Βόρεια Αφρική ο Ρόμελ απειλούσε Κάιρο και Αλεξάνδρεια, η Αγγλία ολομόναχη στον αγώνα και έψαχνε απεγνωσμένα για συμμάχους, αλλά πού; Στα ελληνικά βουνά προσγειώνονταν Αγγλοι κομάντος, τ’ αεροπλάνα άφηναν όπλα, στρατιωτικές στολές, αλλά και χρυσές λίρες.

- Πάρτε, πάρτε όπλα και πολεμάτε! Έτρεξαν πολλοί, αλλά οι καπάτσοι -και αυτοί ήσαν οι αριστεροί- πήραν τη μερίδα του λέοντος, οργάνωσαν τα κινήματα Ε.Α.Μ. - Ε.Λ.Α.Σ., τα αξιότερα και δυνατότερα της χώρας.
Το όραμα της Αριστεράς ξεκίνησε με τον Λένιν και το "Κομμουνιστικό Μανιφέστο"… Πορεία προς τον σοσιαλισμό… Οχι εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ισότητα, ανώτερη ζωή… Κηρύγματα ευχάριστα, ευήκοα! Πολλοί τα δέχτηκαν, τα ασπάστηκαν! Όμως ακούστηκαν, ακολούθησε και δεύτερη ομάδα κηρυγμάτων: Κατάργηση ατομικής περιουσίας-ιδιοκτησίας - πόλεμος κατά της εκκλησίας κ.λπ. όμοια. Αθρόα η συμμετοχή του λαού μας στο Ε.Α.Μ. - Ε.Λ.Α.Σ., όλα ευχάριστα, αλλά στα κηρύγματα της δεύτερης ομάδας αντέδρασε το μεγαλύτερο μέρος του λαού μας, κουμπώθηκε, άρχισε να κάνει πίσω.
Και βρισκόμαστε στο μεσοδιάστημα της κατοχικής περιόδου, όταν στο κόμμα ξύπνησε η ιδέα: Ήρθε η ώρα να ετοιμαστούμε να πάρουμε και την αυριανή, μετά την απελευθέρωση, εξουσία, αλλά ήσαν πλέον έκδηλα τα συμπτώματα της λαϊκής αντίδρασης. Και η αντίδραση έπρεπε να εξουδετερωθεί. Εδώ χρειαζόταν ένα φάρμακο και το κόμμα το βρήκε και αυτό ήταν η Ο.Π.Λ.Α. (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκού Αγώνα), οργάνωση η οποία δεν είχε καμία σχέση ή εξάρτηση από τις ΕΑΜικές οργανώσεις, είχε απόλυτη υποταγή, εξάρτηση από το κόμμα. Και στήθηκε ένα στρατόπεδο σε κάθε επαρχία κάθε νομού. Και εκεί οδηγούσαν κάθε «αντιδραστικό» μεμονωμένα, κατά δυάδες, πεντάδες, δεκάδες, αλλά και εικοσάδες, όπως έγινε με τους φουκαράδες κατοίκους του Βασιλιτσίου. Στα στρατόπεδα άρχιζε ο σωφρονισμός, διδασκαλία, συμβουλές, καταπίεση, ξυλοδαρμοί και φυσική εξόντωση. 

Στο χωριό υπήρχε στρατόπεδο της Ο.Π.Λ.Α. Ένα απόγευμα κυκλοφόρησε το μαντάτο στο χωριό: Απόψε θα εκτελέσουν έναν κρατούμενο! Όλο το χωριό αναταράχτηκε: Κακό, είναι κακό να χυθεί αίμα στο χωριό μας!
Στο σούρουπο μαζεύτηκαν όλα τα στελέχη των οργανώσεων του χωριού -μέσα κι εγώ ως εκπρόσωπος της Ε.Π.Ο.Ν.- και ασχολήθηκαν με το σοβαρό αυτό πρόβλημα. Πολλή σκέψη, περίσκεψη και στενοχώρια. Έλεγαν και ξανάλεγαν συνέχεια: Κακό, μεγάλο κακό να χυθεί αίμα στο χωριό μας!
Ύστερα από σκέψη και στενοχώρια μεγάλη αποφάσισαν να παρουσιαστούν στον στρατοπεδάρχη και να παρακαλέσουν να μην γίνει το κακό. Τότε πήρε το λόγο ο Καλυβογιώργης και τους λέει: Για σταθείτε. Ξέρετε πού πάμε; Πάμε να μιλήσουμε με στρατιωτικό. Μπορεί να μας πει, κάνετε μεταβολή και τραβάτε για το σπίτι σας. Δεν σας πέφτει κουβέντα! Δεν θα σας πιάσουμε το αυτί. Θα παρουσιαστούμε, θα του πω εγώ πέντε κουβέντες στην αρχή και κατόπιν θα μιλήσετε και σεις. Σύμφωνοι; Σύμφωνοι. Είχε νυχτώσει για καλά. Ξεκίνησαν. Πέρασαν από το σπίτι του Ρουμπονικόλα και τον πήραν μαζί τους γιατί είχε γνωριμία με τον στρατοπεδάρχη από το στρατό. Φτάνουν. Μπαίνει μέσα ο Ρουμπονικόλας και φώναξε: Γιώργη, Γιώργη, έχω κάτι να σου πω. Έλα σε παρακαλώ έξω μια στιγμή. Προχώρησαν στο ΒΑ κεντρί του κτηρίου όπου περίμεναν και οι άλλοι. Μετά τα καλησπερίσματα, πήρε το λόγο ο Καλυβογιώργης: Καπετάνιε, το χωριό μας είναι μικρό, 26 φαμελιές, και όπως ξέρεις, μέχρι τώρα στάθηκε για σας «τύπος και υπογραμμός» από πάσης πλευράς. Σας οικονομήσαμε όλα όσα χρειάζονται για μαγειρική και νερό. Κάθε μέρα ένας άνθρωπος του χωριού περιμένει στην πόρτα σας -σαν σύνδεσμος- να φύγει να μεταφέρει εντολή σας, όπου χρειαστεί. Ένα από τα άλογα του χωριού κάθε μέρα -με σειρά- είναι πάλι εδώ στη διάθεσή σας, όταν κάποιος από σας είναι ανάγκη να μετακινηθεί προς κάθε κατεύθυνση. Κατεβάσαμε από τους γιούκους τη μεγαλύτερη αμεταχείριστη βελέντζα της νεροτριβής, προίκα για τα κορίτσια μας, και τις φέραμε εδώ για τον ύπνο. Κάθε νύχτα στις σκοπιές -τρεις βάρδιες- παραβρίσκονται από δύο άντρες του χωριού, δηλαδή απασχολούνται 6 άτομα. Έτσι κάθε 7-8 ημέρες έρχεται πάλι η σειρά μας στις σκοπιές και δεν βαρυγκωμήσαμε, ούτε παραπονεθήκαμε για τη θυσία. Οι γυναίκες, με τη σειρά, σας ζυμώνουν το ψωμί σας.
Τα λόγια αυτά, όλο αλήθειες, καμία υπερβολή, αφόπλισαν τον στρατιωτικό άνθρωπο, έμεινε σκέτος ο άνθρωπος, ο Γιώργης, όμοιος και ίσος με τους παρευρισκόμενους, κατέβηκε στο ίδιο σκαλοπάτι με τους ανθρώπους του χωριού.
- Καπετάνιε, απόψε ερχόμαστε να σε παρακαλέσουμε εμείς για όλο το χωριό μας για κάτι που μάθαμε ότι θα συμβεί απόψε εδώ στο χωριό μας. Τότε μπήκανε και οι άλλοι στην κουβέντα. Μάθαμε ότι απόψε τη νύχτα θα ντουφεκιστεί κάποιος κρατούμενος, δεν τον ξέρουμε, δεν τον γνωρίζουμε, ούτε ξέρουμε από πού κρατάει η σκούφια του και σε θερμοπαρακαλούμε, όχι μόνο εμείς, αλλά όλο το χωριό μας να μην γίνει αυτό, το χωριό δεν θέλει να χυθεί αίμα, το θεωρεί μεγάλο κακό. Άναψε για καλά η συζήτηση, όλοι βρέθηκαν στο ίδιο επίπεδο, είχε διαγραφεί ο στρατιωτικός, αλλά υπεραμύνθηκε, υπεράσπισε τη θέση του, λέγοντας: Ακούστε να σας πω. Είναι απόφαση της Περιφερειακής, δεν είναι παίξε-γέλασε και δεν μπορεί να μην εκτελεστεί. Δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά, δεν μπορούμε να παραβούμε την εντολή της ηγεσίας. Και συνεχίστηκε η συζήτηση σε χαμηλούς φιλικούς τόνους και από τις δύο πλευρές. Και πάνω σε αυτό το ζεστό κλίμα ο καπετάνιος έκαμε και εξομολόγηση. Είπε: Έγινε σύσκεψη στο κέντρο του νομού με την ηγεσία του κόμματος και τους στρατοπεδάρχες. Βαδίζουμε -αφού κυριαρχήσαμε στο Μοριά- για την εξουσία, πρέπει να ξεπεράσουμε τις αντιδράσεις. Η «Γραμμή» τώρα έχει ρίξει όλο το βάρος σε μας τους στρατιωτικούς, είναι η ημέρα μας, ο καιρός μας. Και συνέχισε στον ίδιο φιλικό τόνο κατά την πορεία της συζήτησης που κράτησε πάνω από τέσσερις ώρες: Μας τους στέλνουν εδώ. Τι θα τους κάνουμε; Όταν ένας-ένας που έρχεται εξαφανίζεται και δεν γυρίζει πίσω, οι άλλοι θα φοβηθούν, θα λουφάξουν και θα πάρουμε την εξουσία. Όταν κυριαρχήσουμε και πάρουμε την εξουσία, τότε θα μπει μπροστά η καθοδήγηση, εμείς θα μπούμε από πίσω, θα ακολουθήσουμε τυφλοίς όμμασι, αλλά τώρα είναι η ημέρα των στρατιωτικών…
Η κουβέντα πήρε μάκρος μεγάλο πάνω σ’ αυτό το φιλικό κλίμα με τις εξομολογήσεις του καπετάνιου, επέμεινε στην εκτέλεση του κρατουμένου, δεν μπορεί να παραβεί την εντολή της ηγεσίας (Περιφερειακή), αλλά η ώρα πέρασε, πλησίαζε μία μετά τα μεσάνυχτα, μέσα σβήσανε τα φώτα και κοιμήθηκαν αντάρτες και κρατούμενοι. Έτσι δεν ήταν πλέον δυνατόν να τους ξυπνήσει όλους και όλα αναβλήθηκαν για το επόμενο βράδυ.
Αλλά την επόμενη ήρθε σύνδεσμος με σημείωμα, εντολή: «Όλοι οι κρατούμενοι του στρατοπέδου να προωθηθούν στο κέντρο του νομού…». Έτσι ακολούθησε και ο μελλοθάνατος την πορεία προς το κέντρο του νομού, δεν τον πρόλαβε η εκτέλεση. Εκεί στο άλλο στρατόπεδο τους είπε ο άνθρωπος ότι δεν κατάγεται από το χωριό που τον συλλάβανε, περαστικός ήτανε για κανά σφαχτό -χασάπης πράμα- και μπλέχτηκε χωρίς να το καταλάβει, αμαρτία ρε παιδιά για το Θεό να βρίσκομαι με τόσες κατηγορίες και να κινδυνεύω να χάσω και τη ζωή μου, τι έκαμα ο φουκαράς και αν έφταιξα σε κάτι ζητώ συγγνώμη, συγχωρέστε με. Εκεί δεν του βρήκαν τόσο βαριές κατηγορίες για θάνατο και μετά από λίγες ημέρες έμεινε ελεύθερος.
Θεώρησε σωστό και υποχρέωσή του να περάσει από το χωριό που παρά λίγο να γίνει μακαρίτης εάν δεν παρενέβαιναν τα στελέχη του χωριού εκείνο το βράδυ που οδήγησε στην αναβολή. Ήρθε στο χωριό, γονάτισε και φίλησε το χώμα. Προχώρησε στο μέσον του χωριού. Και από μια χαμοκέλα έβγαινε μεγάλη φασαρία. Ήταν το σπίτι ενός μεγαλοφαμελίτη με 7 παιδιά. Ήταν η ώρα του φαγητού, με μαυρομάτικα φασούλια το γεύμα.
- Κόπιασε, ξένε. Του βάλανε πιάτο. Ξεθεωμένος από την πορεία και την πείνα, στυλώθηκε με τα μαυρομάτικα.
- Εγώ το χωριό σας θα το κάμω εικόνισμα να το προσκυνάω. Μου έσωσε τη ζωή. Δεν ξεπληρώνεται με τίποτα τέτοια υποχρέωση. Αυτά έλεγε ο δύστυχος. Σηκώθηκε να φύγει. Ζήτησε δυο κομμάτια λινάτσα να τυλίξει τα πόδια του γιατί του είχαν κρατήσει τα παπούτσια του. Του τα δώσανε, δίπλωσε τα πόδια του, έφυγε, πήγε στην ευχή του Θεού…

Δεν υπάρχουν σχόλια: