23 Ιανουαρίου 2017

Το συγγραφικό έργο του Αλέξη Σαββίδη και η συμβολή του στη μελέτη του Μεσαιωνικού Πόντου!!!

Της Γιασμίνας Μωυσείδου
Δρος Βυζαντινής Ιστορίας
Ο Αλέξης Σαββίδης, καθηγητής Ιστορίας Μεσαιωνικών και Βυζαντινών Χρόνων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, τον οποίο συγκεντρωθήκαμε για να τιμήσουμε σήμερα αποτελεί αναμφίβολα ένα σοβαρό κεφάλαιο στην επιστημονική κοινότητα της χώρας. 
Μεγαλωμένος σε περιβάλλον διανοουμένων με ευρεία παιδεία και ποικίλα ενδιαφέροντα, ο Αλέξης Σαββίδης έχει μαθητεύσει κοντά σε μερικούς από τους διαπρεπέστερους Έλληνες και ξένους, —Βρετανούς κυρίως—, Βυζαντινολόγους της παλαιότερης γενιάς, με αποτέλεσμα να έχει αποκτήσει στέρεα και ευρύτατη επιστημονική βάση. Βάση από την οποία και εκκινεί η αξιόλογη επιστημονική του δραστηριότητα.

Πιο συγκεκριμένα, ο Σαββίδης τη δεκαετία του 80, σπούδασε ελληνική και αγγλική φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εκεί είχε την ευκαιρία να ακούσει σημαντικούς καθηγητές, ιστορικούς, φιλολόγους και αρχαιολόγους, ειδικούς μελετητές των Μέσων Χρόνων, όπως για παράδειγμα την Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, τον Σπύρο Βρυώνη, τον Βασίλειο Σφυρόερα, τον Βασίλειο Καραγιώργο, τον Αθανάσιο Κομίνη, τον Νικόλαο Δρανδάκη που, ως φαίνεται, καθόρισαν τη σχέση του με τη μελέτη της ιστορίας, της φιλολογίας και της αρχαιολογίας της Ύστερης Αρχαιότητας, του Ανατολικού και του Δυτικού Μεσαίωνα, των Οθωμανικών χρόνων. Ο Σαββίδης ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές του Σπουδές στο περίφημο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, όπου εκπόνησε, στην αγγλική βεβαίως γλώσσα, το Μaster του με θέμα «Το Βυζάντιο και οι Σελτζούκοι Τούρκοι της Μικράς Ασίας 1192-1237» και με επόπτη καθηγητή τον κορυφαίο Βυζαντινολόγο Donald Nicol. Στη Βρετανία, είχε ακόμα τη δυνατότητα να παρακολουθήσει μεταπτυχιακά σεμινάρια, τα οποία παρέδιδαν εκεί κολοσσοί της Βυζαντινολογίας όπως οι Robert Browning, Ihor Sevcenco, Simon Bendall, Dimitri Obolensky, Κύριλλος Mango, και άλλοι παρομοίου διαμετρήματος επιστήμονες, αλλά και να έρθει σε επαφή με έναν από τους σπουδαιότερους διεθνώς μελετητές του Πόντου, τον καθηγητή Anthony Bryer από το Πανεπιστήμιο του Μπίρμιγχαμ, ο οποίος μάλιστα υπήρξε και ένας από τους εξεταστές στο Master του. Στη συνέχεια, τη διδακτορική του διατριβή με θέμα «Βυζαντινά στασιαστικά και αυτονομιστικά κινήματα στα Δωδεκάνησα και στη Μικρά Ασία 1189-1240» την εκπόνησε στη φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με επόπτη καθηγητή τον Ιωάννη Καραγιαννόπουλο και εξεταστές την Αλκμήνη Σταυρίδου-Ζαφράκα, τη Βασιλική Νεράτζη-Βαρμάζη, τον Θεόδωρο Κορρέ και τη Διονυσία Μισίου. Τα ονόματα των καθηγητών που απαριθμώ μπορεί να μην είναι αναγνωρίσιμα από τον μη ειδικό αλλά έχουν πραγματικά πολύ μεγάλη σημασία για τη βυζαντινολογική επιστήμη και για τη διαμόρφωση του συναφούς με τη μελέτη του Μεσαίωνα επιστημονικού προσωπικού της χώρας μας. Η μαθητεία του Σαββίδη κοντά στους δασκάλους που προανέφερα, εξηγεί απολύτως το εύρος της σκευής και της ικανότητάς του να κινείται με ευχέρεια σχεδόν σε όλα τα πεδία των Βυζαντινών σπουδών και σε όλες τις περιόδους: στην εποχή δηλαδή της μετάβασης από την Αρχαιότητα στον Μεσαίωνα, στους Μέσους και στους Ύστερους Χρόνους αλλά και στην εποχή της πρώιμης Οθωμανοκρατίας. 
Εκτός από τη διδακτική του δραστηριότητα σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Johannesburg University στη Νότια Αφρική, Αιγαίου, Θράκης και τέλος στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, όπου και υπηρετεί μέχρι σήμερα, ο Σαββίδης έχει εισφέρει στην έρευνα και στην προώθηση της επιστήμης ως επόπτης μεταπτυχιακών εργασιών και διατριβών, ως εκδότης επιστημονικών περιοδικών και συλλογικών τόμων, ως μέλος επιστημονικών επιτροπών, αλλά, κυρίως, ως μελετητής και συγγραφέας. Ο Σαββίδης είναι πολυγραφότατος, θα τολμούσα μάλιστα να πω, ότι, από όσο μπορώ να γνωρίζω, είναι ο παραγωγικότερος εκ των Βυζαντινολόγων της εποχής μας. Η γραπτή του παραγωγή σε σχέση με τη ιστορία της Ύστερης Αρχαιότητας, των Μέσων Χρόνων και της πρώιμης Οθωμανοκρατίας, αριθμεί 35 βιβλία και μικρές μονογραφίες, 9 βιβλιογραφικούς τόμους και ανατυπώσεις μελετών, πάνω από 180 επιστημονικά άρθρα, ανακοινώσεις και δοκίμια, κοντά στα χίλια λήμματα σε επιστημονικές εγκυκλοπαίδειες και λεξικά, πάνω από 150 βιβλιοκρισίες και βιβλιοπαρουσιάσεις και πολλά βιβλιοκριτικά σημειώματα. 
Η προσφορά του Σαββίδη στη βυζαντινολογική επιστήμη αλλά και στα ελληνικά γράμματα έχει πολλούς αποδέκτες. Αν και τα περισσότερα δημοσιεύματά του απευθύνονται, κατά κανόνα, στον επιστημονικό και Πανεπιστημιακό κόσμο, στους ειδικούς ερευνητές επιστήμονες και στους φοιτητές του, μερικά εξ αυτών, ιδίως τα γενικού χαρακτήρα έργα, όπως τα εγχειρίδια, απευθύνονται και στο ευρύτερο κοινό, στο οποίο ο Σαββίδης έχει πολλούς και πιστούς αναγνώστες. 

Προσφιλή στον Σαββίδη αντικείμενα έρευνας και μελέτης είναι η Μικρά Ασία και ο Πόντος: ποικίλα ερωτήματα ιστορικού χαρακτήρα που αφορούν αυτές τις περιοχές τον έχουν απασχολήσει τα τελευταία πολλά χρόνια. Μάλιστα, κατά την άποψή μου, έχει συμβάλλει τα μέγιστα στη μελέτη του Πόντου αλλά και στην προώθηση των Ποντιακών Σπουδών εν γένει. Και δεν αναφέρομαι απλώς στη ενεργό συμμετοχή του στην κατάρτηση του προγράμματος Δράσης της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, της οποίας έχει εκλεγεί αντιπρόεδρος από το 2010, και όπου μαζί με τον Πρόεδρο και το διοικητικό συμβούλιο, έχει εισφέρει στην υλοποίηση του οράματος για αναγέννηση της εκδοτικής παραγωγής του Αρχείου. Αναφέρομαι κυρίως, στη σκευή του και στη γραπτή, γύρω από το θέμα, παραγωγή του, οι οποίες, κατά γενική ομολογία, τον καθιστούν έναν από τους σημαντικότερους μελετητές του Πόντου διεθνώς. 
Για να μελετήσει κανείς ενδελεχώς και εις βάθος τον Πόντο και ειδικά τον «Μεσαιωνικό» Πόντο, με τον οποίο εν εκτάσει έχει ασχοληθεί ο Αλέξης Σαββίδης, απαιτείται ευρυμάθεια, ερευνητική εξοικείωση με πολλά επιστημονικά πεδία, ερευνητική ευφυΐα. Απαιτείται καταρχήν γνώση και δυνατότητα εμβάθυνσης στις μεσαιωνικές πηγές, στα πρωτογενή δηλαδή μεσαιωνικά κείμενα, τα ελληνικά, τα δυτικά, δηλαδή τα λατινικά, και τα ανατολικά. Και λέγοντας ανατολικά εννοώ, κείμενα γραμμένα, κατά κανόνα στα Μεσαιωνικά χρόνια, από χριστιανούς, εβραίους ή και μουσουλμάνους, σε διάφορες γλώσσες της Μέσης Ανατολής από τα οποία μπορούν να αντληθούν ιστορικές πληροφορίες. 
Απαιτείται επίσης γνώση των σχέσεων του Βυζαντίου με τον κόσμο της Ανατολής στους Μέσους Χρόνους, αφενός με τους προοθωμανικούς τουρκόφωνους λαούς αλλά και τους Οθωμανούς Τούρκους, και αφετέρου με τους λαούς του Καυκάσου: τους Αρμενίους, τους Ίβηρες / Γεωργιανούς, τους Αλανούς, τους Λαζούς και τους Τζάννους. Απαραίτητη είναι ακόμα η βαθειά γνώση της ιστορικής γεωγραφίας και της τοπικής ιστορίας της Μικράς Ασίας, η γνώση της ιστορίας της Μεσογείου, 
η γνώση της ιστορίας του Μεσαιωνικού Ισλάμ, της ιστορίας δηλαδή των Αράβων και των Τούρκων, καθώς και η γνώση της ιστορίας των Μογγόλων. 
Απαιτείται ακόμα πρόσβαση στη Βυζαντινή, και όχι μόνον, προσωπογραφία. Και ο Αλέξης Σαββίδης τυγχάνει όχι μόνο να διαθέτει γνώση σε όλους αυτούς τους τομείς, αφού τους έχει μελετήσει και τους ελέγχει απολύτως βιβλιογραφικά, αλλά και να έχει εισφέρει στην επιστήμη ευρύτατη γραπτή παραγωγή που άπτεται πάμπολλων πτυχών τους.
● Σε σχέση με τις πηγές ενδεικτικά μόνον αναφέρω —καθώς ο μελετητής, αν και νέος, είναι πολυγραφότατος— ότι έχει συγγράψει βιβλία και άρθρα αλλά και εκατοντάδες λήμματα σε έγκριτες εγκυκλοπαίδειες και σε σοβαρά επιστημονικά λεξικά, ελληνικά και ξενόγλωσσα, για Βυζαντινούς ιστορικούς και χρονογράφους, όπως για τον Ιωάννη Κίνναμο, τον Μιχαήλ Πανάρετο, τον Γεώργιο Σφραντζή, για δυτικές πηγές, όπως για παράδειγμα για τους Φράγκους χρονογράφους που περιέγραψαν την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, δηλαδή τον Βιλλαρδουΐνο, τον Ροβέρτο του Κλαρί και τον Ερρίκο της Βαλλανσιέν, αλλά και για ανατολικές πηγές. Επίσης, έχει υπάρξει, ως επιστημονικός συνεργάτης, επί πολλά χρόνια, από το 1985 έως το 2001, στο πρόγραμμα: «Τράπεζα Πληροφοριών Βυζαντινής Ιστορίας» στο Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα ως αντικείμενο είχε την αναλυτική αποδελτίωση αρκετών πρωτότυπων Βυζαντινών πηγών. 
● για την ενασχόλησή του με τις σχέσεις του Βυζαντινού Κόσμου με την Ανατολή και την ιστορία των λαών της θα αναφέρω τέσσερα σημαντικά βιβλία, χωρίς να μιλήσω για τα πάμπολλα άρθρα που ο Σαββίδης έχει συγγράψει σχετικά. Ενδεικτικά λοιπόν μόνον αναφέρω τέσσερις μονογραφίες:
Εκείνη του 1981 με τίτλο: Byzantium in the Near East: its relations with the Seljuk Sultanate of Rum in Asia Minor, the Armenians of Cilicia and the Mongols. Μεταφράζω πρόχειρα: Το Βυζάντιο στην εγγύς Ανατολή: οι σχέσεις του με το Σελτζουκικό Σουλτανάτο του Ρουμ στη Μικρά Ασία, τους Αρμενίους της Κιλικίας και τους Μογγόλους (1192-1237), που εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη από το Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 
Θα αναφέρω επίσης τη μονογραφία με τίτλο: Οι Τούρκοι και το Βυζάντιο, τόμ. Α΄: Προ-οθωμανικά φύλα στην Ασία και στα Βαλκάνια που γνώρισε πολλές εκδόσεις. Ο συγγραφέας τιμήθηκε το 1997 στην Κωνσταντινούπολη για το βιβλίο αυτό με το πρώτο βραβείο Αμπντί Ιπεκτσί, για τη συμβολή του στην επιστημονική μελέτη των βυζαντινοτουρκικών σχέσεων και στην προώθηση της ελληνοτουρκικής φιλίας. Επίσης θα αναφέρω τη μονογραφία: Οι Αλανοί του Καυκάσου και οι μεταναστεύσεις τους κατά την ΄Υστερη Αρχαιότητα και το μεσαίωνα, που εκδόθηκε στην Αθήνα το 2003 από το ΄Ιδρυμα Γουλανδρή-Χορν καθώς και το έργο που κυκλοφόρησε το 2004 και σε δεύτερη έκδοση με προσθήκες το 2009 με τίτλο:Η ίδρυση της Μογγολικής Αυτοκρατορίας, 1206-1294. 
● για τη βαθειά γνώση του πάνω στα θέματα της τοπογραφίας και προσωπογραφίας της Μικράς Ασίας και του Πόντου ενδεικτικά και πάλι μόνον θα αναφέρω τη συμμετοχή του στο Ερευνητικό πρόγραμμα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών «Η Μικρά Ασία των Θεμάτων». Στην ομότιτλη έκδοση, με την οποία ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα, ο Σαββίδης έχει συγγράψει επτά από τα κεφάλαια. 
● ο Αλέξης Σαββίδης ελέγχει ακόμα απόλυτα τη διεθνή βιβλιογραφία που αφορά τον Πόντο από ιδρύσεως της Βυζαντινολογικής επιστήμης μέχρι και σήμερα. Αυτό καθίσταται σαφές όχι μόνον από τον τρόπο με τον οποίο τη χρησιμοποιεί στην ερευνητική-συγγραφική του δουλειά για τον Πόντο αλλά κι από τη συστηματική δημοσίευσή της. Το εγχείρημα για δημοσίευση της βιβλιογραφίας αυτής ο Σαββίδης το υλοποίησε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και συνεχίζει να το υλοποιεί και μέχρι και σήμερα σε συνεργασία με τον επίσης σπουδαίο Βυζαντινολόγο Στέλιο Λαμπάκη. Πιο συγκεκριμένα το 1988, σε ένα ευρύ άρθρο, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Βυζαντινός Δόμος, οι Σαββίδης και Λαμπάκης ανακοίνωσαν ότι προετοιμάζουν τη σύνταξη και δημοσίευση του συγκεκριμένου έργου εξηγώντας ποιοί ήταν οι επιστημονικοί λόγοι που υπαγόρευαν επιτακτικά τη δημιουργία του. Μετά από εκτεταμένη έρευνα και τις σχετικές κωδικοποιήσεις, το 1992, οι Βυζαντινολόγοι, εξέδωσαν τελικώς το έργο με τίτλο: Γενική βιβλιογραφία περί του βυζαντινού Πόντου και του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας (Αθήνα, Δόμος, 1992). Σε διακόσιες περίπου σελίδες και μετά τα εισαγωγικά, μεθοδολογικού κυρίως χαρακτήρα, κεφάλαια, τα οποία επεξηγούν επίσης την αναγκαιότητα για τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου, παρατίθενται σε αλφαβητική σειρά, καταρχήν όλες οι εκδόσεις των πηγών ελληνικών και μη και τα βιβλιογραφικά στοιχεία τα σχετικά με τις εκδόσεις, και στη συνέχεια, η ελληνική και ξενόγλωσση δευτερεύουσα βιβλιογραφία, οι μελέτες δηλαδή των νεώτερων συγγραφέων ελλήνων και ξένων. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με εκτενή ευρετήρια εκδοτών, πηγών και νεώτερων συγγραφέων. Την ίδια διάταξη απαντά κανείς και στα τέσσερα συμπληρώματα του έργου που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Αρχείον Πόντου» τα επόμενα χρόνια και πιο συγκεκριμένα το 1994, το 1996-97, το 1998-99, το 2002-3. Από όσο γνωρίζω, συμπληρώματα στην Γενική Βιβλιογραφία θα εξακολουθούν να εμφανίζονται στο Αρχείον Πόντου σε τακτά χρονικά διαστήματα, κάθε μερικά χρόνια, και ελπίζω για όσο καιρό ο επιστημονικός κόσμος θα εισφέρει καινούρια δημοσιεύματα για τον Πόντο. 
Η σοβαρή, ενδελεχής ενασχόληση με τους επιμέρους τομείς που προαναφέρθηκαν, δηλ. με τις πηγές, με την τοπογραφία, με τους λαούς της Ανατολής, με τη γενική και ειδική βιβλιογραφία Πόντου και Μικράς Ασίας, καθιστούν τον Σαββίδη τον πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό μελετητή του Μεσαιωνικού Πόντου και αυτό τεκμαίρεται, κατά κανόνα, από τα σχετικά γραπτά του. 
Είναι αδύνατον σε αυτή τη σύντομη ομιλία να αναφερθώ σε όλα τα δημοσιεύματα του Σαββίδη που σχετίζονται με τον Πόντο, θα περιοριστώ όμως σε ένα από τα εκτενέστερα, και τα πλέον πρόσφατα, στη μονογραφία με τίτλο «Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας και του Πόντου. Ιστορική επισκόπηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας του μικρασιατικού Ελληνισμού, 1204-1461». Η μονογραφία εκδόθηκε το 2005 ως παράρτημα του επιστημονικού περιοδικού της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών «Αρχείον Πόντου». Η Δεύτερη έκδοσή της, με προσθήκες, έγινε το 2009 από εκδοτικό οίκο της Θεσσαλονίκης, τον οίκο Κυριακίδη εννοώ, που ειδικεύεται σε μικρασιατικά θέματα, ενώ μια Τρίτη έκδοση με διορθώσεις και προσθήκες παραδόθηκε στο κοινό το 2016. Πρόκειται για ένα βιβλίο 412 σελίδων που διαρθρώνεται σε τρία μεγάλα, αμιγώς ιστορικά κεφάλαια που εξελίσσονται χρονολογικά, τέσσερα θεματικά παραρτήματα, θεματικά δηλαδή κεφάλαια, που αφορούν σημαντικά για το Κράτος των Μεγάλων Κομνηνών ζητήματα, εκτενή ευρετήρια, βιβλιογραφίες, Παράρτημα με φωτοτυπική ανατύπωση πρωτότυπων πηγών, που βοηθούν τον αναγνώστη να αντιληφθεί σαφέστερα τμήματα της μονογραφίας, και επίσης πίνακες και χάρτη της περιοχής του Πόντου. 
Η Εισαγωγή της συγκεκριμένης μονογραφίας, που ακολουθεί τα προλογικά σημειώματα, είναι εξαιρετικά διαφωτιστική για τον κάθε αναγνώστη, είτε τον ειδικό επιστήμονα, είτε τον φοιτητή, είτε τον απλό φιλίστορα, καθώς σε αυτήν, αφενός αναλύεται αδρομερώς η έννοια, ο ιστορικός όρος, «αυτοκρατορία της Τραπεζούντας», για το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών και αφετέρου ιχνηλατείται η παρουσία του κράτους αυτού στη γραπτή παραγωγή των νεώτερων χρόνων. Την Εισαγωγή ακολουθούν τα τρία μεγάλα ιστορικά κεφάλαια που προαναφέρθηκαν. Το πρώτο με τίτλο «Η ίδρυση και θεμελίωση της βυζαντινής αυτοκρατορίας του μικρασιατικού Ελληνισμού τον 13ο αιώνα (1204-1297)», εξετάζει την πρώιμη ιστορία της αυτοκρατορίας χωρισμένο σε τέσσερις μικρότερες ενότητες που αφορούν: την ίδρυση του νέου κράτους και τα σχετικά προβλήματα της έρευνας, 
την έδρα, τα άλλα κέντρα και τα σύνορα της αυτοκρατορίας, τους αγώνες για τη θεμελίωση του νέου κράτους, και τέλος την αβεβαιότητα των τελευταίων δεκαετιών του 13ου αιώνα. 
Το δεύτερο κεφάλαιο με τίτλο «Ο δέκατος τέταρτος αιώνας ―η εναγώνια διατήρηση και η πρόσκαιρη ακμή (1297-1390)», διαρθρώνεται εσωτερικά σε δύο υποενότητες που εξετάζουν τα χρόνια της βασιλείας του Αλεξίου Β΄, την περίοδο αστάθειας που ακολούθησε (1297-1349) και τέλος την απώτατη ακμή στον Πόντο επί Αλεξίου Γ΄ στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. 
Το τρίτο κεφάλαιο με τίτλο «Επτά δεκαετίες αγωνίας και διπλωματικής ανακολουθίας το 15ο αιώνα· η τελευταία περίοδος των Μεγαλοκομνηνών και η πτώση (1390-1461)» εξετάζει τη δυσκολότερη περίοδο στην ιστορία του βυζαντινού αυτού κρατικού μορφώματος, τους νέους εχθρούς που εμφανίζονται στις αρχές του 15ου αιώνα στην περιοχή, την πορεία προς την πτώση, τις τελευταίες προσπάθειες αντίστασης, την παράδοση στους Οθωμανούς, την τύχη των υποταγμένων και την πρώτη περίοδο της οθωμανοκρατίας στον Πόντο. Τα τρία αυτά μεγάλα γεγονοτικού χαρακτήρα κεφάλαια με την αμιγώς χρονολογική διάρθρωση ακολουθούνται από τέσσερα «θεματικά» παραρτήματα υπό τους ακόλουθους τίτλους: 
1ον. Κατάλογος Ηγεμόνων, 
2ον. Οι λόγιοι και οι επιστήμονες στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, 
3ον. Η ποντιακή οικογένεια των Τζανιχιτών, 
και 4ον. Η τραπεζουντιακή διπλωματία των συνοικεσίων (14ος-15ος αι.). 
Έπονται ευρύτατοι κατάλογοι πηγών και βιβλιογραφίας, εκτενή ελληνόγλωσσα και ξενόγλωσσα ευρετήρια, παράρτημα στο οποίο αναδημοσιεύονται πηγές της Τραπεζουντιακής ιστορίας και ακόμα, όπως προαναφέρθηκε, Πίνακες και Χάρτης. 
Τον κατάλογο των ηγεμόνων, το πρώτο θεματικού χαρακτήρα κεφάλαιο που βοηθά τον αναγνώστη να παρακολουθεί τις εποχές και τις εναλλαγές της βασιλείας καθώς μελετά το βιβλίο, ακολουθεί κεφάλαιο αφιερωμένο στους Λόγιους και στους επιστήμονες της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. Το κεφάλαιο αυτό προσφέρει στον αναγνώστη τη δυνατότητα όχι μόνον να αντιληφθεί στοιχεία για την πνευματική ζωή στο κράτος των Μεγάλων Κομνηνών αλλά και να συνδέσει τη σχέση των πνευματικών ανθρώπων της με τους σύγχρονούς τους Λογίους του υπόλοιπου Βυζαντινού κόσμου. Επίσης, στο ίδιο κεφάλαιο δίδονται εκτενή βιογραφικά και εργογραφικά στοιχεία για τους σημαντικότερους από αυτούς, τα οποία μάλιστα ακολουθούνται από εξαντλητικές γραμματολογικές αναφορές. Το επόμενο θεματικό κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην οικογένεια των Τζανιχιτών. Οι Τζανιχίτες υπήρξαν ένας από τους σημαντικότερους υστερομεσαιωνικούς Ποντιακούς αριστοκρατικούς στρατιωτικούς οίκους. Η ενασχόληση με τα μέλη αυτής της οικογένειας έχει ιδιαίτερη σημασία. Η καταγωγή τους από τον παλαιό καυκασιανό λαό των Τζάνων που εκχριστιανίστηκε επί Ιουστινιανού, καταδεικνύει την αφομοιωτική ικανότητα του Βυζαντινού πολιτισμού στην περιοχή κι επίσης τις ανέκαθεν στενές σχέσεις του Βυζαντίου με τους λαούς του Καυκάσου. Η οικογένεια των Τζανιχιτών επίσης έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας καθώς μετείχε ενεργά στις εμφύλιες συρράξεις που συγκλόνισαν το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών στα μέσα του 14ου αιώνα. Το τελευταίο θεματικό κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στο σημαντικότατο θέμα των διπλωματικών γάμων. Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας, ακολουθώντας τη γνώριμη στο Βυζάντιο αλλά και στον Μεσαιωνικό κόσμο γενικότερα, πρακτική των δυναστικών επιγαμιών κατόρθωσαν δίδοντας ή λαμβάνοντας νύφες να επισφραγίσουν συμμαχίες με διάφορους επικίνδυνους εχθρούς, όπως για παράδειγμα με τους Τουρκομάνους, συμμαχίες οι οποίες τους εξασφάλιζαν την ειρήνη και την εδαφική ακεραιότητα. 
Τους ευρύτατους καταλόγους πηγών και βιβλιογραφίας και τα εκτενή ελληνόγλωσσα και ξενόγλωσσα ευρετήρια, τα πολύτιμα για τον αναγνώστη και τον μελετητή ακολουθεί, όπως προαναφέρθηκε, κεφάλαιο-παράρτημα στο οποίο αναδημοσιεύονται πρωτότυπες πηγές, κείμενα δηλαδή που σχετίζονται με την ιστορία της Τραπεζούντας και γράφτηκαν στην Τραπεζούντα τον 14ο αιώνα. Ανατυπώνονται: το Χρονικό του Μιχαήλ Παναρέτου, ο Λόγος εν συνόψει του Ιωσήφ (Λαζαρόπουλου) Μητροπολίτου Τραπεζούντος, και δύο χρυσόβουλλοι λόγοι του αυτοκράτορα Αλεξίου (Γ΄) Μεγάλου Κομνηνού.
Θεωρώ την επιλογή των πηγών αυτού του Παραρτήματος απολύτως εύστοχη: το Χρονικόν του Παναρέτου είναι η μόνη αμιγώς ιστοριογραφική πηγή τραπεζουντιακής προέλευσης που διαθέτουμε, ο Λόγος του Μητροπολίτη Ιωάννη Λαζαρόπουλου (14ος αι.) είναι μία από τις δύο παραλλαγές των Θαυμάτων του Αγίου Ευγενίου, ο οποίος ήταν ο προστάτης άγιος της πόλης της Τραπεζούντας κι ως εκ τούτου και του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών, ενώ οι χρυσόβουλλοι λόγοι, είναι πρωτότυπα έγγραφα που εξέδωσε ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Μεγάλος Κομνηνός στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, παραχωρώντας χορηγίες και προνόμια υπέρ των σημαντικών Ιερών Μονών Σουμελά της Τραπεζούντας και Διονυσίου του Αγίου Όρους. 

Το έργο, λοιπόν, κινείται σε δύο άξονες: τον γεγονοτικό, που καλύπτει με χρονολογική σειρά στα τρία μεγάλα κεφάλαια τα ιστορικά γεγονότα από τη γένεση μέχρι την πτώση της αυτοκρατορίας, και τον θεματικό, που εξετάζει, λιγότερο ή περισσότερο εξαντλητικά, πλευρές του πολιτικού και πνευματικού βίου στο κράτος των Μεγάλων Κομνηνών. Αυτή η συνύπαρξη σε συνδυασμό με την ανατύπωση γραπτών πηγών που σχετίζονται με την αυτοκρατορία, με τους πίνακες, τις εικόνες δηλαδή, που είναι φωτογραφίες νομισμάτων των αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας, χειρογράφων, μνημείων, πρώιμων χαρακτικών και τέλος με τον χάρτη δίνουν στο έργο ένα χαρακτήρα εγκυκλοπαιδικό. 
Η δομή καθιστά το έργο μια μικρή επιστημονική εγκυκλοπαίδεια για το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών, ενδιαφέρουσα για τον φιλίστορα αναγνώστη, κατάλληλη για χρήση στο Πανεπιστήμιο, ιδιαίτερα επιβοηθητική για τον ειδικό μελετητή των ύστερων Βυζαντινών χρόνων. Κι αυτό διότι τη γεγονοτική ιστορία, που απλώνεται εύληπτα και τεκμηριωμένα στα πρώτα κεφάλαια, ακολουθούν θεματικές-ενότητες κομβικής σημασίας για την ιστορία και τη ζωή της αυτοκρατορίας.

Ως προς το περιεχόμενο το έργο είναι άρτιο σε σχέση με τη στόχευσή του. Η ιστορία του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών αλλά και η πορεία της σχετικής με το θέμα ιστορικής έρευνας παρουσιάζονται απολύτως τεκμηριωμένα και με τον καλλίτερο τρόπο. Ο συγγραφέας ελέγχει, για όλους τους λόγους που προαναφέρθηκαν, απόλυτα τις γραπτές (και όχι μόνον) πηγές, τις ελληνικές, τις δυτικές αλλά και, πράγμα σπάνιο, τις ανατολικές. Ελέγχει ακόμα εξαντλητικά και εις βάθος τη διεθνή βιβλιογραφία, την οποία όχι μόνον παραθέτει στην οικεία θέση, αλλά και παρουσιάζει κριτικά και συνδυαστικά στις εκτενείς υποσελίδειες σημειώσεις των κεφαλαίων του. Έτσι το βιβλίο όχι μόνον καλύπτει επαρκέστατα ένα σοβαρό κενό στην ιστορική βιβλιογραφία αλλά και αποτελεί έναν πολύτιμο οδηγό για τον ειδικό μελετητή της ύστερης Βυζαντινής περιόδου. 

Τέλος, το βιβλίο αυτό αποτελεί την απόδειξη ότι ο Σαββίδης είναι ο σημαντικότερος εν ενεργεία μελετητής του Μεσαιωνικού Πόντου. Το γεγονός ότι ο καθηγητής Σαββίδης είναι ακόμα πολύ νέος μας κάνει να ελπίζουμε στην περαιτέρω ενασχόλησή του με τον Πόντο και μέσω της συγγραφής αλλά και μέσω της δραστηριοποίησής του στην Επιτροπή Ποντιακών Μελετών στης οποίας τη διοίκηση προσωπικά ευελπιστώ ότι θα εμπλέκεται για πάρα πολλά ακόμα χρόνια. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: