Αυτοσχέδια κιόσκια που προσφέρουν λαϊκά ζεστά ροφήματα
έχουν εγκατασταθεί έξω από τα σχολεία για τους μαθητές που δεν έχουν
πρόσβαση στις σχολικές καντίνες, ενώ εμπορικές συνοικίες μεταμορφώνονται
ολοένα και περισσότερο σε ζώνες γεμάτες παράγκες όπου πωλούνται μαζικά
τηγανητές πατάτες με κέτσαπ.
Δεν είναι εικόνες δανεικές από κάποιο βαλκανικό κράτος της Ανατολικής
Ευρώπης, όπου έχει «αυτοπροσκληθεί» το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά
το «κρυμμένο πρόσωπο των τριών Α» μιας από τις πιο ανεπτυγμένες χώρες της υφηλίου και κινητήρια δύναμη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ο λόγος για τη Γερμανία, η οποία μετρά 2.000.000 φτωχούς – νούμερο που ξεπερνά εκείνο του ελληνικού πληθυσμού!
Η Γερμανία, θεωρούμενη άριστη «μαθήτρια» της Ευρώπης αλλά και η πολυπληθέστερη ευρωπαϊκή χώρα, με μια από τις σημαντικότερες βιομηχανίες, μοιάζει να πληρώνει ακριβά τη σταθερή της ανάπτυξη και τις εξαγωγές-ρεκόρ. Σύμφωνα με το DESTATIS, το γερμανικό ομοσπονδιακό γραφείο στατιστικών, το 20% των Γερμανών βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας.
Η φτώχεια αποτυπώνεται πια στην αυξημένη κίνηση στα «εστιατόρια καρδιάς» -απομίμηση της γαλλικής πρωτοβουλίας δωρεάν γευμάτων-, όπου το νούμερο των πελατών έχει αυξηθεί από 1.300.000 σε 1.500.000 μέσα στα τελευταία δύο χρόνια. Αλλά και στις έντονες αντιδράσεις για τη μεταρρύθμιση του νόμου Hartz, που συγχώνευσε τα επίδομα ανεργίας με την κοινωνική βοήθεια, κάτι που έχει επιταχύνει την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν 7.000.000 λήπτες του περίφημου γερμανικού επιδόματος. Μονάχα που έπειτα από τις μειώσεις οι Hartz vier, όπως αποκαλούνται όσοι κάνουν χρήση του επιδόματος στη Γερμανία, έχουν ταυτιστεί στη γερμανική κοινή συνείδηση με τους «νεόπτωχους».
Ακόμα και δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου επιβεβαιώνουν ότι η Γερμανία έχει πάψει να είναι το κοινωνικό και οικονομικό παράδειγμα της Ευρώπης. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ στη Γερμανία έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη αύξηση φτώχειας και διεύρυνσης ανισοτήτων μεταξύ των προηγούμενων οικονομιών της υφηλίου. Οπως είχε χαρακτηριστικά αναφέρει ο Γκέρχαρντ Μπος, Γερμανός ειδήμων ζητημάτων κοινωνικής συνοχής, «το κοινωνικό γερμανικό μοντέλο θυμίζει ελβετικό τυρί όπου οι τρύπες γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες»…
«Η φτώχεια στη Γερμανία δεν μοιάζει σίγουρα με εκείνη των τριτοκοσμικών κρατών» διασαφηνίζει η Ανκε Ασίγκ, εκπρόσωπος της εθνικής οργάνωσης των «λαϊκών ροφημάτων». «Πρόκειται για μια κρυμμένη φτώχεια (φτώχεια του κοινωνικού αποκλεισμού και όχι εκείνη των κουρελιών). Το γερμανικό κράτος όμως δεν την ομολογεί ακόμα, γιατί προς το παρόν κατορθώνει να την ελέγχει και να την καλύπτει» προσθέτει.
Το γερμανικό όριο φτώχειας έχει οριστεί στα 940 ευρώ τον μήνα ανά άτομο. Στη γερμανική γη δεν έχει οριστεί όμως παραδόξως ο ελάχιστος βασικός μισθός, γεγονός που μέχρι πρότινος δεν είχε προβληματίσει τη γερμανική κοινωνία της τάξης και της ευημερίας. Πλέον όμως ολοένα και περισσότεροι Γερμανοί δεν αγωνίζονται μονάχα για μισθολογική ισότητα, αλλά ζητούν επίμονα και τη δημιουργία ενός ελάχιστου μισθού.
Οσο για τους Γερμανούς που κινδυνεύουν να βρεθούν ευκολότερα κάτω από το όριο της φτώχειας; Αυτοί είναι οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι ηλικιωμένοι. Δίχως αυτό να σημαίνει ότι άνεργοι και εργαζόμενοι σε mini jobs (θέσεις ελαστικής απασχόλησης) δεν έχουν μετακομίσει ήδη στη σχετικά νεοσύστατη γερμανική τάξη των νεόπτωχων. Ηδη το 70% των ανέργων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, την ίδια στιγμή που στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη και λιγότερο προηγμένα μονάχα το 45% των ανέργων κατά μέσο όρο θεωρείται «φτωχό».
Το γερμανικό όριο ευμάρειας μοιάζει να ξεθωριάζει, καθώς τα νούμερα που τόσο αγαπούν και εμπιστεύονται οι Γερμανοί δείχνουν να τους έχουν προδώσει…
825.000 Γερμανοί κατέχουν 2.600.000 ευρώ ο καθένας
Οι Γερμανοί είναι πλούσιοι, αλλά όχι όλοι. Ο πλούτος τους υπολογίζεται σε 8.600 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 25% όμως αυτό του ποσού ανήκει στο 1% των Γερμανών – ποσοστό που αντιστοιχεί σε 825.000 Γερμανούς, οι οποίοι κατέχουν 2.600.000 ευρώ κατά μέσον όρο ο καθένας.
Την ίδια στιγμή το 70% του πληθυσμού (ποσοστό που αντιστοιχεί σε 57.700.000 ανθρώπους) αρκείται στο 9% της «πίτας», δηλαδή σε 13.414 ευρώ ανά άτομο.
Αυτές οι τεράστιες ανισότητες δεν θα είχαν προβληματίσει εάν δεν είχαν μειωθεί οι μισθοί των Γερμανών. Επιπλέον η μεταβίβαση της περιουσίας με εξαιρετική μικρή φορολόγηση συμβάλλει στην άμβλυνση των ανισοτήτων, δεδομένου ότι οι κληρονόμοι είναι ολοένα λιγότεροι εξαιτίας της δημογραφικής γήρανσης.
Δήμητρα Αθανασοπούλου – Δημοκρατία
Η Γερμανία, θεωρούμενη άριστη «μαθήτρια» της Ευρώπης αλλά και η πολυπληθέστερη ευρωπαϊκή χώρα, με μια από τις σημαντικότερες βιομηχανίες, μοιάζει να πληρώνει ακριβά τη σταθερή της ανάπτυξη και τις εξαγωγές-ρεκόρ. Σύμφωνα με το DESTATIS, το γερμανικό ομοσπονδιακό γραφείο στατιστικών, το 20% των Γερμανών βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας.
Η φτώχεια αποτυπώνεται πια στην αυξημένη κίνηση στα «εστιατόρια καρδιάς» -απομίμηση της γαλλικής πρωτοβουλίας δωρεάν γευμάτων-, όπου το νούμερο των πελατών έχει αυξηθεί από 1.300.000 σε 1.500.000 μέσα στα τελευταία δύο χρόνια. Αλλά και στις έντονες αντιδράσεις για τη μεταρρύθμιση του νόμου Hartz, που συγχώνευσε τα επίδομα ανεργίας με την κοινωνική βοήθεια, κάτι που έχει επιταχύνει την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν 7.000.000 λήπτες του περίφημου γερμανικού επιδόματος. Μονάχα που έπειτα από τις μειώσεις οι Hartz vier, όπως αποκαλούνται όσοι κάνουν χρήση του επιδόματος στη Γερμανία, έχουν ταυτιστεί στη γερμανική κοινή συνείδηση με τους «νεόπτωχους».
Ακόμα και δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου επιβεβαιώνουν ότι η Γερμανία έχει πάψει να είναι το κοινωνικό και οικονομικό παράδειγμα της Ευρώπης. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ στη Γερμανία έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη αύξηση φτώχειας και διεύρυνσης ανισοτήτων μεταξύ των προηγούμενων οικονομιών της υφηλίου. Οπως είχε χαρακτηριστικά αναφέρει ο Γκέρχαρντ Μπος, Γερμανός ειδήμων ζητημάτων κοινωνικής συνοχής, «το κοινωνικό γερμανικό μοντέλο θυμίζει ελβετικό τυρί όπου οι τρύπες γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες»…
«Η φτώχεια στη Γερμανία δεν μοιάζει σίγουρα με εκείνη των τριτοκοσμικών κρατών» διασαφηνίζει η Ανκε Ασίγκ, εκπρόσωπος της εθνικής οργάνωσης των «λαϊκών ροφημάτων». «Πρόκειται για μια κρυμμένη φτώχεια (φτώχεια του κοινωνικού αποκλεισμού και όχι εκείνη των κουρελιών). Το γερμανικό κράτος όμως δεν την ομολογεί ακόμα, γιατί προς το παρόν κατορθώνει να την ελέγχει και να την καλύπτει» προσθέτει.
Το γερμανικό όριο φτώχειας έχει οριστεί στα 940 ευρώ τον μήνα ανά άτομο. Στη γερμανική γη δεν έχει οριστεί όμως παραδόξως ο ελάχιστος βασικός μισθός, γεγονός που μέχρι πρότινος δεν είχε προβληματίσει τη γερμανική κοινωνία της τάξης και της ευημερίας. Πλέον όμως ολοένα και περισσότεροι Γερμανοί δεν αγωνίζονται μονάχα για μισθολογική ισότητα, αλλά ζητούν επίμονα και τη δημιουργία ενός ελάχιστου μισθού.
Οσο για τους Γερμανούς που κινδυνεύουν να βρεθούν ευκολότερα κάτω από το όριο της φτώχειας; Αυτοί είναι οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι ηλικιωμένοι. Δίχως αυτό να σημαίνει ότι άνεργοι και εργαζόμενοι σε mini jobs (θέσεις ελαστικής απασχόλησης) δεν έχουν μετακομίσει ήδη στη σχετικά νεοσύστατη γερμανική τάξη των νεόπτωχων. Ηδη το 70% των ανέργων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, την ίδια στιγμή που στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη και λιγότερο προηγμένα μονάχα το 45% των ανέργων κατά μέσο όρο θεωρείται «φτωχό».
Το γερμανικό όριο ευμάρειας μοιάζει να ξεθωριάζει, καθώς τα νούμερα που τόσο αγαπούν και εμπιστεύονται οι Γερμανοί δείχνουν να τους έχουν προδώσει…
825.000 Γερμανοί κατέχουν 2.600.000 ευρώ ο καθένας
Οι Γερμανοί είναι πλούσιοι, αλλά όχι όλοι. Ο πλούτος τους υπολογίζεται σε 8.600 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 25% όμως αυτό του ποσού ανήκει στο 1% των Γερμανών – ποσοστό που αντιστοιχεί σε 825.000 Γερμανούς, οι οποίοι κατέχουν 2.600.000 ευρώ κατά μέσον όρο ο καθένας.
Την ίδια στιγμή το 70% του πληθυσμού (ποσοστό που αντιστοιχεί σε 57.700.000 ανθρώπους) αρκείται στο 9% της «πίτας», δηλαδή σε 13.414 ευρώ ανά άτομο.
Αυτές οι τεράστιες ανισότητες δεν θα είχαν προβληματίσει εάν δεν είχαν μειωθεί οι μισθοί των Γερμανών. Επιπλέον η μεταβίβαση της περιουσίας με εξαιρετική μικρή φορολόγηση συμβάλλει στην άμβλυνση των ανισοτήτων, δεδομένου ότι οι κληρονόμοι είναι ολοένα λιγότεροι εξαιτίας της δημογραφικής γήρανσης.
Δήμητρα Αθανασοπούλου – Δημοκρατία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου