23 Απριλίου 2017

Η ιστορία του Ελληνικού χρέους-Όταν οι δικτάτορες έβαζαν τα ''γυαλιά'' στους δήθεν ''δημοκράτες''-Η αλήθεια είναι πικρή!!!

Επιμέλεια:Γιάννης Λινάρδος
Οικονομολόγος-Δημοσιογράφος
Πριν ξεκινήσετε την ανάγνωση αυτού του άρθρου θα πρέπει να διευκρινίσω ότι σε καμία περίπτωση δεν αποδέχομαι τις δικτατορίες και τα αυταρχικά καθεστώτα. Όμως αποδέχομαι και επικροτώ τις πράξεις τους όπου δεν ανέχθηκαν να υποκύψουν στους τοκογλύφους και να εξαθλιώσουν τον Ελληνικό λαό, όπως κάνουν οι σημερινοί δήθεν ''δημοκράτες''. 

Το 1936, ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς αρνήθηκε να πληρώσει το χρέος προς τη βελγική Τράπεζα Societe Commerciale de Belgique. Η βελγική κυβέρνηση προ­σέφυγε τότε στο Δικαστήριο Διεθνούς Δικαίου ζητών­τας την ικανοποίηση των νομίμων δικαιωμάτων της Τράπεζας της.Το διεθνές Δικαστήριο αποδέ­χτηκε το σκεπτικό της Ελλάδας και τη δικαίωσε, δημι­ουργώντας συγχρόνως ένα νομικό προηγούμενο που εκ­μεταλλεύτηκαν αργότερα αρκετές άλλες χώρες, όπως η Αργεντινή και ο Ισημερινός, που επίσης αρνήθηκαν να πληρώσουν τα επαχθή χρέη τους.

Η χούντα των συνταγματαρχών άφησε ένα, ομολογου­μένως, διαχειρίσιμο χρέος το 1974 στον Κων. Καρα­μανλή. Μέσα σε μια επταετία ο «εθνάρχης» το διόγκωσε αρκετά με συνεχή δανεισμό.

H ιστορία δανεισμού της χώρας μας από τις «ξένες δυνάμεις» αρχίζει, πριν καν την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, με δύο γνωστά βρετανικά «δάνεια της Ανεξαρτησίας» το 1824 και το 1825 για τις ανάγκες της Επανά­στασης. Αναγκαστήκαμε δυστυχώς να προπληρώσουμε ένα μεγάλο ποσόν από αυτά για τόκους και προμήθειες και παραγγελίες πολεμικού υλικού που ουδέποτε έφτασε στη χώρα μας.
Ένα ακόμα μέρος του δανείου κα­ταναλώθηκε για τις εμφύλιες αναμετρήσεις μας, με απο­τέλεσμα ένα πολύ μικρό μόνο μέρος αυτών των χρημά­των να χρησιμοποιηθεί τελικά για τους ουσιαστικούς σκοπούς της Επανάστασης. Τα ληστρικά αυτά δάνεια επέβαλαν σαν υποθήκη την εθνική κτηματική περιου­σία.

Το 1827 ο Καποδίστριας ζήτησε καινούριο δάνειο από τους Ευρωπαίους για να μπορέσει να ανταποκριθεί στην αποπληρωμή ενός μέρους των προηγούμενων δανείων και για να βοηθήσει την ανόρθωση της ελληνικής οικο­νομίας. Το αίτημά του όμως δεν έγινε αποδεκτό, με απο­τέλεσμα η ελληνική διοίκηση να αναγκαστεί να κηρύξει τον ίδιο χρόνο πτώχευση.

Το επόμενο δάνειο που συνήψε η χώρα μας ήταν το 1832, μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1830) και την επιβολή του Βαυαρού Όθωνα (1832) σα βασιλιά των Ελλήνων. Από το δάνειο αυτό των «προστάτιδων δυνά­μεων» ύψους 60 εκατ. γαλλικών φράγκων δόθηκαν μό­νον οι δύο πρώτες δόσεις, που ουσιαστικά χρησιμοποι­ήθηκαν για αποπληρωμή των δύο προηγούμενων βρε­τανικών δανείων και το υπόλοιπο για το στρατό και τη βαυαρική γραφειοκρατία. Η μη ανάκαμψη, έτσι, της οι­κονομίας προκάλεσε την άρνηση καταβολής της τρίτης δόσης του δανείου. Τελικά ο Όθωνας αναγκάστηκε να κηρύξει πτώχευση, ζητώντας νέα δάνεια.

Οι «προστάτες» μας όρισαν τότε μια επιτροπή ελέγ­χου της οικονομίας μας επιβάλλοντας συγχρόνως τη χρη­σιμοποίηση όλων των εθνικών πόρων για την αποπλη­ρωμή των δανείων τους. Στις επόμενες δεκαετίες, παρά τη σχετική ανάπτυξη της ναυτιλίας και βιομηχανίας, το δημόσιο χρέος συνέχιζε να μεγαλώνει. Επιβαρύνθηκε επίσης από τις αποζημιώσεις που πληρώσαμε στους Τούρκους για την παραχώρηση της Θεσσαλίας και της Άρτας. Όλοι οι κρατικοί υπολογισμοί αυτής της περιό­δου ήταν ελλειμματικοί με αποτέλεσμα ο Χαρίλαος Τρι­κούπης να αναφωνήσει στις 30 Οκτωβρίου 1893 στη Βουλή το ιστορικό «Δυστυχώς, κύριοι επτωχεύσαμεν». Ήταν η τρίτη διαδοχικά πτώχευση της Ελλάδας.

Το δημόσιο χρέος της χώρας διογκώθηκε στη συνέ­χεια από τα έξι ληστρικά δάνεια του Τρικούπη για την ανάκαμψη της χώρας και την εξυπηρέτηση των προ­ηγουμένων δανείων, και από την πολεμική αποζημίωση που αναγκαστήκαμε να καταβάλουμε στους Τούρκους μετά την ελληνική στρατιωτική πανωλεθρία το 1897.

Τον επόμενο αιώνα ο Βενιζέλος, παρά τις επιτυχίες της εξωτερικής του πολιτικής, συνέχισε τον εξωτερικό δανεισμό της χώρας, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο το δημόσιο χρέος της. Τελικά, μετά και από το κτύπημα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929, αναγκάστηκε να ανακοινώσει το 1932 την τέταρτη κατά σειρά πτώ­χευση της Ελλάδας, της οποίας το δημόσιο χρέος ανερ­χόταν τότε στα 2868,1 εκατ. χρυσά φράγκα!

Το 1936, ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς αρνήθηκε να πληρώσει το χρέος προς τη βελγική Τράπεζα Societe Commerciale de Belgique. Η βελγική κυβέρνηση προ­σέφυγε τότε στο Δικαστήριο Διεθνούς Δικαίου ζητών­τας την ικανοποίηση των νομίμων δικαιωμάτων της Τράπεζας της. Η ελληνική κυβέρνηση επικαλέστηκε την οικτρή οικονομική κατάσταση του λαού και της χώρας, ενώ ο νομικός της εκπρόσωπος κατέθεσε το 1938 στο Δικαστήριο το ακόλουθο υπόμνημα:

«Ενίοτε μπορεί να υπάρξει μια έκτακτη κατάσταση η οποία κάνει αδύνατο για τις Κυβερνήσεις να εκπληρώ­σουν τις υποχρεώσεις τους προς τους δανειστές και προς τον λαό τους: οι πόροι της χώρας είναι ανεπαρκείς για να εκπληρώσουν και τις δυο υποχρεώσεις ταυτό­χρονα. Είναι αδύνατο να πληρωθεί το χρέος και την ίδια ώρα να παρασχεθεί στον λαό η κατάλληλη διοίκηση και οι εγγυημένες συνθήκες για την ηθική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Το οδυνηρό πρόβλημα προκύπτει όταν πρέπει να επιλέξει κανείς ανάμεσα στα δύο καθή­κοντα. Το ένα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του άλλου. Ποιο πρέπει να είναι αυτό; Ή θεωρία αναγνωρίζει σ’ αυτό το ζήτημα ότι το καθήκον μιας Κυβέρνησης να εξασφα­λίζει την εύρυθμη λειτουργία των βασικών δημόσιων υπηρεσιών υπερτερεί έναντι της πληρωμής των χρεών της…. Στην περίπτωση όπου η πληρωμή του χρέους του θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή ή τη διοίκηση, η Κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να διακόψει ή ακόμη και να μειώσει την εξυπηρέτηση του χρέους».

Ο δικτάτορας Μεταξάς τόλμησε να κάνει αυτό που δεν τόλμησε να κάνει η σημερινή «σοσιαλιστική» κυβέρ­νηση… Ας σημειωθεί ότι το διεθνές Δικαστήριο αποδέ­χτηκε το σκεπτικό της Ελλάδας και τη δικαίωσε, δημι­ουργώντας συγχρόνως ένα νομικό προηγούμενο που εκ­μεταλλεύτηκαν αργότερα αρκετές άλλες χώρες, όπως η Αργεντινή και ο Ισημερινός, που επίσης αρνήθηκαν να πληρώσουν τα επαχθή χρέη τους.

Ειδικότερα, ο πρόεδρος του Ισημερινού, Ραφαέλ Κο­ρέα, συνέστησε το 2007 μια διεθνή «Επιτροπή Λογιστι­κού Ελέγχου» του δημόσιου χρέους της χώρας του, τα συμπεράσματα της οποίας του επέτρεψαν να αρνηθεί το 70% εξ αυτού! Ανάλογα η κυβέρνηση του Νέστορ Κίχνερ, στην Αργεντινή, διέγραψε το 2003 μονομερώς το μεγα­λύτερο μέρος του δημόσιου χρέους της χώρας του.

Μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, παρόλη την οι­κτρή οικονομική κατάσταση της χώρας μας, αλλά και τη μεγάλη προσφορά της στον αντιφασιστικό αγώνα, οι δα­νειστές μας συνέχισαν να απαιτούν τα προπολεμικά χρέη μας και να τα χρησιμοποιούν για να επιβάλλουν τις απόψεις τους.

Ο Σπύρος Μαρκεζίνης έκανε το 1953 έναν διακανονι­σμό όλων αυτών των προπολεμικών χρεών. Ακολούθη­σαν και άλλες ρυθμίσεις την περίοδο 1962-64.

H τελευταία, αρκετά δυσμενής για τη χώρα μας, ρύθ­μιση, έγινε το 1964 επί κυβερνήσεως Γεωργίου Παπαν­δρέου με υπουργό οικονομικών τον Κ. Μητσοτάκη. Η μεγάλη πάντως ανάπτυξη και ο αυστηρός έλεγχος των δαπανών τη δεκαετία 1955-1965 βοήθησαν στη σταδιακή αποπληρωμή του επαχθούς αυτού προπολεμικού χρέ­ους, η οποία ολοκληρώθηκε το 1967.

Μεταπολίτευση…

Η χούντα των συνταγματαρχών άφησε ένα, ομολογου­μένως, διαχειρίσιμο χρέος το 1974 στον Κων. Καρα­μανλή. Μέσα σε μια επταετία ο «εθνάρχης» το διόγκωσε αρκετά με συνεχή δανεισμό, ενώ ο υπουργός του τότε Συντονισμού, Κ. Μητσοτάκης, υπερηφανευόταν ότι «όλοι θέλουν να μας δανείσουν!». Επιπλέον ο Καραμαν­λής έκανε το κόλπο να βάλει τις Τράπεζες και τις δημό­σιες επιχειρήσεις να δανείζονται αντί για την κυβέρνηση, χρεώνοντας τις ίδιες και παρουσιάζοντας έτσι έναν μι­κρότερο δημόσιο δανεισμό.

Ο δημοφιλής Ανδρέας Παπανδρέου, που αντικατέ­στησε τον Καραμανλή το 1981 προώθησε το «σοσιαλιαστικό μετασχηματισμό» της κοινωνίας με ξένα δανεικά. Άφθονο χρήμα από τις Τράπεζες του Ροκφέλερ γέμισε τότε, «εδώ και τώρα», τη «σοσιαλιστική» αγορά, προσφέ­ροντας μια χιμαιρική αίσθηση ευφορίας στους παραπλανημένους Έλληνες. Ο Ξενοφών Ζολώτας μάς πλη­ροφορεί πάντως, πως εκείνη την περίοδο το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας ήταν το τεράστιο δημόσιο χρέος, το οποίο «άρχισε να διογκώνεται από το 1982 και ξεπέρασε τα 31000 δισ. δρχ. και τα τοκοχρεολύσια τα 7.100 δισ. δρχ., ενώ τα έσοδα του προϋπολογι­σμού ήταν 8.200 δισ. δρχ.».

Ο ίδιος ο Ανδρέας ομολόγησε το 1983 στην 9η Σύνοδο της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ ότι υπάρχει κίνδυνος «αν η οικο­νομία σου κριθεί αφερέγγυα», να αναγκαστείς να κτυ­πήσεις την πόρτα του ΔΝΤ. Και τότε αυτοί θα σου δώ­σουν τα χρήματα που χρειάζεσαι, αλλά υπό τον όρο ότι «αυτοί θα επιβάλουν την οικονομική πολιτική της κυβέρνησής σου και αυτό σημαίνει: Τέρμα το σοσιαλιστικό πείραμα».

Σίγουρα το «σοσιαλιστικό πείραμα» του άφρονος υπερδανεισμού -με την πελατειακή διόγκωση συγχρό­νως του δημόσιου τομέα και τη διατήρηση, για ψηφο­θηρικούς πάλι λόγους, των προβληματικών δημόσιων επιχειρήσεων που κληρονόμησε το ΠΑΣΟΚ από τον «εθνάρχη»- έμελλε να αποτύχει οικτρά και να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια μπροστά στη μισητή πόρτα του ΔΝΤ. Προς το παρόν πάντως ο λαός απολάμβανε το σο­σιαλιστικό πάρτι, ζητωκραύγαζε τον Ανδρέα και αδια­φορούσε απερίσκεπτα για το μέλλον του.

Παρότι «ΕΟΚ και NATO» ήταν για το ΠΑΣΟΚ «το ίδιο Συνδικάτο» και η ΕΟΚ «ο λάκος των λεόντων», ο Αν­δρέας παρέμεινε και στα δύο… Διαπραγματεύτηκε πάν­τως με την ΕΟΚ και κέρδισε τα Μεσογειακά Ολοκλη­ρωμένα Προγράμματα, τα χρήματα των οποίων χρησι­μοποιήθηκαν ως επί το πλείστον για τον εκμαυλισμό και τη διαφθορά των αγροτών με επιδοτήσεις χωρίς αντί­κρισμα για να μη φωνάζουν για τα αδιάθετα προϊόντα τους.

Εν τω μεταξύ το δημόσιο χρέος συνέχιζε να αυξάνεται αλματωδώς με λαμβανόμενα διαρκώς νέα δάνεια, το 75% των οποίων χρησιμοποιόταν για την εξυπηρέτηση των παλαιότερων δανείων. Σύμφωνα με ένα άρθρο του ακα­δημαϊκού Αγγέλου Αγγελόπουλου, στο BHMA, στις 15 Σεπτεμβρίου 1985, ήταν πολύ αμφίβολο «αν θα μπο­ρούσε η Ελλάδα να δανειστεί τα επόμενα έτη σημαντικά ποσά χωρίς την παρέμβαση διεθνών οργανισμών, χωρίς δεσμεύσεις έναντι των δανειστών και χωρίς υποθή­κευση του οικονομικού μέλλοντος της χώρας».

Πράγματι το 1986 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν μπό­ρεσε να δανειστεί από το εξωτερικό και κατέφυγε στην ΕΟΚ. H οποία αποφάσισε να της δώσει ένα δάνειο 1,75 δισ. Ευρωπαϊκών Νομισματικών Μονάδων, σε δύο δό­σεις, μετά από εξέταση όμως από το ΔΝΤ της πορείας της οικονομίας της χώρας.

Το αποτυχημένο πλέον σοσιαλιστικό πείραμα και γλέντι με ξένα λεφτά έφερνε για πρώτη φορά το ΔΝΤ στη χώρα μας. H επόμενη φορά, αργότερα, όταν στην ηγεσία της κυβέρνησης θα βρισκόταν ο γιος του Ανδρέα, θα σηματοδοτούσε την τελειωτική αποτυχία του «σο­σιαλιστικού πειράματος» με όλες τις εκρηκτικές, αντι­λαϊκές συνέπειες του.

Μετά το «βρώμικο ’89», την παραπομπή του Ανδρέα στο Ειδικό Δικαστήριο και την προσωρινή οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα, ο Μητσοτάκης προσπάθησε να μει­ώσει με διορθωτικές αλλαγές το δημόσιο τομέα, προκα­λώντας όμως την έντονη αντίδραση των «σοσιαλιστών» και των συνδικαλιστών. Προώθησε επίσης την ιδιωτι­κοποίηση των προβληματικών δημόσιων επιχειρήσεων που είχε διατηρήσει για «φιλολαϊκούς» λόγους ο Αν­δρέας. Η θεωρούμενη ως «άκρως νεοφιλελεύθερη» πο­λιτική του προκάλεσε την έντονη αντίδραση της «σοσια­λιστικής» αντιπολίτευσης.

H «αποστασία» του Αντώνη Σαμαρά το 1993 έριξε την κυβέρνηση του παλαιότερα («αποστάτη» επίσης) Μητσοτάκη κι επανέφερε το 1994 στην Κυβέρνηση της χώ­ρας τον, δικαιωμένο πια από το Ειδικό Δικαστήριο, «σο­σιαλιστή» Ανδρέα, που βάλθηκε αμέσως να εκδικηθεί με τη σειρά του τον Μητσοτάκη, παραπέμποντας τον στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο για το -υπαρκτό- σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών.

Υπαναχώρησε όμως το 1995 και το 1996 παραιτήθηκε για λόγους υγείας, αντικαθιστάμενος από τον «εκσυγ­χρονιστή» Κ. Σημίτη που ανέλαβε να υλοποιήσει τις «υποδείξεις» του ΔΝΤ για μια σταθερή νομισματική και οικονομική πολιτική. Η άποψή του ήταν πως η διόγ­κωση του εξωτερικού χρέους της χώρας οφειλόταν στη «βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών», μιλών­τας ευφημιστικά για το σοσιαλιστικό πάρτι του Ανδρέα. Η διορθωτική, «εκσυγχρονιστική» πολιτική του Σημίτη περιελάμβανε μια αυστηρή λιτότητα, άνοιγμα των αγο­ρών, ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ. Τα δημόσια ελλείμματα πάν­τως συνεχίστηκαν με αποτέλεσμα να συνεχιστεί και ο δανεισμός και η αύξηση του δημόσιου χρέους της χώ­ρας.

Swap ή «Δημιουργική Λογιστική» της Goldman Sachs

Από το 1998 η κυβέρνηση Σημίτη έθεσε σα βασική της επιδίωξη την ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική Νομισματική’Ενωση (ΟΝΕ). Σύμφωνα όμως με τα κριτήρια της αυστηρής οικονομικής πολιτικής που επέβαλε η Συνθήκη του Μάαστριχτ έπρεπε το ετήσιο δημόσιο έλ­λειμμα της χώρας να μην υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και το συνολικό δημόσιο χρέος το 60% του ΑΕΠ. Αυτά τα νούμερα όμως δεν έβγαιναν με τίποτα για την Ελλάδα. Η κυβέρνηση Σημίτη, αντί να περιορίσει την παραοικονο­μία και τη διαφθορά, προτίμησε να αποκρύψει με… «δη­μιουργική λογιστική» ένα μέρος του χρέους της χώρας, με τη βοήθεια της διαβόητης αμερικανικής επενδυτικής Τράπεζας, Goldman Sachs.

Η κυβέρνηση είχε το 2001 ένα δάνειο 10 δις ευρώ σε γεν που ήθελε να παρουσιάσει μικρότερο για να μην φα­νεί το συνολικό δημόσιο χρέος. Η «δημιουργική» πρό­ταση της Goldman Sachs ήταν να μετατραπεί το δάνειο αυτό από γεν σε ευρώ, με βάση όχι τις τρέχουσες ισοτι­μίες όπως έπρεπε, αλλά με κάποιες παλιότερες ισοτιμίες που το εμφάνιζαν μειωμένο κατά 2,8 δισ. ευρώ. H δια­φορά αυτών των 2,8 δισ. θα ήταν ένα έμμεσο δάνειο της Goldman Sachs στην Ελλάδα, σαν ένα ακόμα swap, το οποίο όμως δε θα φαινόταν στο συνολικό χρέος της Ελ­λάδας. Οι ετήσιες δόσεις αυτού του swap προς την Gold­man Sachs ορίστηκαν στα 360 εκατ. ευρώ, συν τον πλη­θωρισμό, με χρονολογία αποπληρωμής το 2019.

Μετά το τρομοκρατικό όμως κτύπημα της 11ης Σε­πτεμβρίου τα επιτόκια έπεσαν και αυξήθηκε η λογιστική αξία του δημόσιου χρέους μας λόγω αυτού του swap. Οι εμπνευστές του τότε δικαιολογήθηκαν πως ό,τι έκαναν το έκαναν από ένα… όραμα για την Ελλάδα και δεν μπο­ρούσαν να φανταστούν την κατοπινή αυτή πτώση των επιτοκίων. Ο οίκος αξιολόγησης Moody’s πάντως κά­λυψε τη δημιουργική λογιστική της Goldman Sachs, αξιολογώντας με άριστα την Ελλάδα! Οι ίδιες πρακτικές συνέχισαν να χρησιμοποιούνται μέχρι τις αρχές του 2009.

Μετά το σκάνδαλο και τη χρεωκοπία της εταιρίας En­ron στις ΗΠΑ, η αμερικανική κυβέρνηση άρχισε ελέγ­χους στις αμερικανικές Τράπεζες για λογιστικά μαγει­ρέματα σαν αυτά που είχε χρησιμοποιήσει στο παρελθόν αυτή η εταιρία. Φοβούμενη η Goldman Sachs θέλησε να ξεφορτωθεί το ελληνικό swap και ζήτησε το 2005 από την ελληνική κυβέρνηση να το πάρει πίσω. Ο υπουργός οικονομικών τότε της Ν.Δ., Γ. Αλογοσκούφης, έβαλε την Εθνική Τράπεζα να το αγοράσει στην πολύ μεγαλύτερη τιμή των 5,5 δισ. ευρώ. H ΝΔ υποστήριξε πως το έκανε αυτό για να επιμηκύνει το χρόνο αποπληρωμής του μέ­χρι το 2039, μειώνοντας την ετήσια δόση του στα 320 εκατ. ευρώ.

Το χρέος συνέχισε έτσι να είναι κρυφό, αλλά τώρα προς την Εθνική Τράπεζα. Αποκαλύφτηκε ωστόσο το 2010 από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και συνέβαλε στην αύξηση του δημόσιου χρέους της χώρας με τις γνωστές σε όλους συνέπειες. Στις 10 Ιανουαρίου 2011 διαβιβάστηκε στην Ελληνική Βουλή από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου η μηνυτήρια αναφορά του Αυστρια­κού οικονομολόγου Φαγιάντ Μουλά Καλί, ο οποίος υπο­στήριζε ότι με το swap του 2001 διαπράχθηκε ένα αδί­κημα εξαπάτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Ελ­λάδα και την Goldman Sachs, που έκρυψαν ένα μέρος του ελληνικού χρέους.

Αντίστοιχα το πρακτορείο Bloomberg προσέφυγε στη Δικαιοσύνη κατά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ζητώντας τη δημοσίευση των εκθέσεων για το πώς έκρυψε η Ελλάδα τα ελλείμματά της με τα swaps. Ο πρόεδρος της Τράπεζας, Ζαν Κλοντ Τρισέ, αρνήθηκε να το κάνει, υποστηρίζοντας ότι οι αποκαλύψεις αυτές «θα μπορούσαν να πλήξουν την εμπιστοσύνη της Κοινής Γνώμης». Ένα αντίστοιχο άρθρο της Ελευθεροτυπίας στις 23 Ιανουαρίου 2011 μιλούσε για «ένα swap με μπλε και πράσινους κόκκους»…

Ο Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Όλι Ρεν, δή­λωσε πάντως πως τα swaps δεν είναι πάντα παράνομα, εφόσον είναι συμβατά με τα επιτόκια της αγοράς. Το δικό μας όμως, όπως είπαμε, δεν ήταν, αλλά είχε τρο­ποποιηθεί σε άλλα παλαιότερα, βολικά επιτόκια.

Η έκθεση της Eurostat τον Νοέμβριο του 2009 απο­κάλυψε πως η Ελλάδα είχε πραγματοποιήσει πολλές μυστικές ανταλλαγές χρέους (swaps) από το 2001 έως τα τέλη του 2007, οι οποίες οδήγησαν έτσι στην αύξηση του εθνικού χρέους της. Ένα ακόμα λογιστικό κόλπο που έκανε η Goldman Sachs επί κυβέρνησης ΝΔ ήταν να μει­ώσει λογιστικά το δημόσιο χρέος κατά 0,5% του ΑΕΠ, προεξοφλώντας μελλοντικά έσοδα των αεροδρομίων της χώρας! Μπόρεσε έτσι να «αμειφθεί» για τις υπηρεσίες της, 300 εκατ. ευρώ.

Ένα βασικό ερώτημα είναι εάν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας γνώριζαν τη «δημιουργική» μας λογιστική κι έκαναν απλώς τα στραβά μάτια, ή αν τους είχαμε πραγματικά ξεγελάσει, μέχρι την αποκάλυψη της. Η απάντηση -τεκ­μηριωμένη από πολλούς ξένους οικονομολόγους- είναι πως, ναι, γνώριζαν, αλλά έκαναν τα στραβά μάτια, γιατί η Ελλάδα δεν είναι μια βιομηχανική χώρα και ανταγωνί­στρια της Γερμανίας και της Γαλλίας, αλλά μια καλή αγορά γι’ αυτές για να κερδοσκοπήσουν εις βάρος της…

Αφενός μάς δάνειζαν τοκογλυφικά με αρκετά μεγα­λύτερο τόκο απ’ ό,τι οι ίδιες δανείζονται και αφετέρου καταλάμβαναν με τις πολυεθνικές εταιρίες τους την εγ­χώρια αγορά μας. Από την άλλη μεριά φρόντιζαν πάντα να διατηρείται η αντιπαράθεσή μας με την Τουρκία, για να συνεχίζουν να πουλούν πολεμικό υλικό και στα δυο εμπλεκόμενα μέρη! Ούτε λόγος βέβαια να αποδεχτούν τα ανατολικά μας σύνορα ως σύνορα της Ευρώπης ή να επιτιμήσουν ποτέ την Τουρκία για τις συνεχείς προκλή­σεις της εναντίον των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώ­ρας μας…

Τέλος, «μιζάροντας» τις διεφθαρμένες ελληνικές επι­χειρήσεις (βλέπε Siemens) μπορούσαν να κερδίζουν με υπερτιμολογήσεις ακόμα περισσότερα και να πουλούν με εξωφρενικές τιμές είτε «υποβρύχια που γέρνουν» είτε «σιφοράι» της… συμφοράς.

Η δε ΕΚΤ έχει παραδεχτεί πως το ελληνικό swap διόγ­κωσε το εθνικό χρέος της χώρας, αλλά κρατάει χαμηλούς τόνους γιατί κατηγορείται και η ίδια ότι έκανε τα στραβά μάτια.

Το Σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου

H Κυβέρνηση Σημίτη κατηγορείται επίσης ότι προ­έτρεψε και ενθάρρυνε τη δημιουργία της φούσκας του ελληνικού Χρηματιστηρίου, το 1999, που στοίχισε σε ενά­μισι εκατομμύριο επενδυτές μικρών και μεσαίων εισο­δημάτων πάνω από 30 τρισεκατομμύρια δραχμές!

Το προεκλογικό ΠΑΣΟΚ διακήρυσσε, κατά την προ­εκλογική εκστρατεία του 1999, πως η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε μετατρέψει το Χρηματιστήριο από «έναν περιθωριακό οικονομικό θεσμό σε ένα μοχλό της οικο­νομικής ανάπτυξης της χώρας» και πως «ένα εκατομ­μύριο επενδυτές σήμερα, όπως και όλοι οι Ελληνες, ξέ­ρουν ότι οι μετοχές στο Χρηματιστήριο έχουν αξία» ή ακόμα ότι «οι επενδυτές θέλουν ένα σταθερό πλαίσιο αναφοράς, με συνέχεια, με συνέπεια και διασφαλί­σεις. .. Τα διλήμματα είναι υπαρκτά για όλους τους Ελ­ληνες. Είναι υπαρκτά και για τους επενδυτές… όλοι γνω­ρίζουν σ’ αυτές τις εκλογές τι διακυβεύεται… H συντρι­πτική πλειοψηφία του ενός εκατομμυρίου επενδυτών… λέει ΝΑΙ στη σταθερότητα, στην ασφάλεια, στην ανά­πτυξη…»

Το προεκλογικό ΠΑΣΟΚ αυτοπροσδιοριζόταν σαν ο υπέρμαχος υποστηρικτής και φρουρός της… φούσκας, που αναμενόταν να σκάσει παταγωδώς στα μούτρα των μικροεπενδυτών. Ο κόσμος παραπλανήθηκε, ξαναψή­φισε ΠΑΣΟΚ και ο Σημίτης υποστήριξε στη συνέντευξη Τύπου, τον Σεπτέμβριο του 1999 στη ΔΕΘ, πως «ο τζί­ρος του Χρηματιστηρίου θα είναι υψηλός και θα αποδώ­σει αυτά τα οποία έχουμε σχεδιάσει» και πως «το Χρη­ματιστήριο είναι ένας θεσμός σημαντικός για την πρό­οδο της οικονομίας… είναι ένας θεσμός, ο οποίος εξυ­πηρετεί την οικονομία…»

Ανάλογα ευφορικές ήταν και οι δηλώσεις του υπουρ­γού Οικονομίας, Γιάννου Παπαντωνίου. Ο φτωχός κό­σμος παρασύρθηκε και βλέποντας τις μετοχές να φου­σκώνουν και όλοι να κερδίζουν, αποφάσισε να μη μείνει για μια ακόμη φορά στο περιθώριο, αλλά να πλουτίσει και αυτός. Χωρίς να ξέρει τι του γίνεται για μετοχές και χρηματιστήριο, μάζεψε τις οικονομίες του και άρχισε να επενδύει ανόητα και αλόγιστα, παρασυρόμενος από τις σκόπιμες φήμες που διέδιδαν τα «παπαγαλάκια» ή ακόμα και τα ΜΜΕ.

Οι παίκτες διαρκώς πλήθαιναν και επένδυαν όλο και περισσότερα κεφάλαια, προσδοκώντας όλο και μεγαλύ­τερα κέρδη. Ο δείκτης του ελληνικού χρηματιστηρίου είχε ξεπεράσει αυτόν του Λονδίνου και έφθανε την Wall Street! Όλοι, ακόμα και οι πιο άσχετοι, ήθελαν να κάνουν μια καλή αρπαχτή. Γρήγορα οι πλασματικές τιμές των μετοχών εκσφενδονίστηκαν στα ύψη, μπήκε περισσό­τερος αέρας και η φούσκα φούσκωσε ακόμα πιο πολύ. Οι περισσότεροι αγόραζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους, παρασυρόμενοι από τις σκόπιμες φήμες, ακόμα και με­τοχές εταιριών-φαντασμάτων. Δεν υπήρχαν ελεγκτικοί μηχανισμοί και, κυρίως, κανείς δεν ήξερε πότε να στα­ματήσει.

Οι «θεσμικοί» κερδοσκόποι και απατεώνες όμως ήξε­ραν καλά πότε να σταματήσουν, πότε να εγκαταλείψουν το παιχνίδι, πουλώντας τις υπερτιμημένες μετοχές τους στους επόμενους, αδαείς παίκτες που έμπαιναν στο παι­χνίδι. Έφυγαν με χοντρά λεφτά στη τσέπη, αφήνοντας τους υπόλοιπους με άχρηστα χαρτιά, χωρίς αντίκρισμα. Η κάθοδος είναι η μοιραία συνέπεια της ανόδου, μετά το στόμωμα της «πυραμίδας» στην κορυφή. H αρχική υπερ­βολική ευφορία και αύξηση της ζήτησης οδήγησε σε υπερτιμημένες μετοχές-φούσκες που κάποια στιγμή έσκασαν και οι τιμές κατάρρευσαν γρήγορα και βίαια στα φυσιολογικά τους επίπεδα.

Δέκα χρόνια μετά το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου Αθηνών, η ελληνική Δικαιοσύνη παρενέβη και παρέ­πεμψε τον Σεπτέμβριο του 2009 εξήντα επτά άτομα, με­ταξύ των οποίων χρηματιστές, τραπεζίτες, επιχειρημα­τίες, επενδυτές κ.λπ., για τα αδικήματα της απάτης, της άμεσης συνέργειας σε απάτη, της υπεξαίρεσης και του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.

Η εποχή του Κώστα Καραμανλή

Ο Σημίτης παραιτήθηκε από την προεδρία του ΠΑΣΟΚ στις 7 Ιανουαρίου 2004 και τον διαδέχθηκε στις 8 Φεβρουαρίου ο Γιώργος Παπανδρέου. Στις βουλευ­τικές εκλογές του Μαρτίου του ίδιου έτους ανακηρύχ­θηκε νικητής των βουλευτικών εκλογών ο νέος πρό­εδρος της ΝΔ και ανιψιός του «εθνάρχη», Κώστας Κα­ραμανλής.

Ο Κ. Καραμανλής υποσχέθηκε την επανίδρυση του κράτους και την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών. Παρότι υποσχέθηκε επίσης τη μείωση του κράτους, επι­βάρυνε τον ήδη βεβαρημένο δημόσιο τομέα με νέες άχρηστες, κομματικές προσλήψεις, ακυρώνοντας ου­σιαστικά πλήρως τον προηγούμενο Νόμο Πεπονή, που προσπαθούσε να θέσει έναν έλεγχο στο πελατειακό κρά­τος.

Ο Καραμανλής δημιούργησε επίσης 700 νέους δημό­σιους οργανισμούς με ετήσιες δαπάνες 200 εκατ. ευρώ. Τελικά, παρότι γνώριζε πολύ καλά την κατάσταση της οικονομίας και ήξερε τι ακριβώς έπρεπε να κάνει, φο­βήθηκε το πολιτικό κόστος, δεν έκανε απολύτως τίποτα ή μάλλον επιδείνωσε κατά πολύ την κατάσταση και πα­ρέδωσε, πριν τελειώσει τη θητεία του, την έτοιμη να εκραγεί βόμβα της ελληνικής οικονομίας στην επόμενη κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, για να σκάσει καλύτερα στα χέρια του.

H περίοδος του Κώστα Καραμανλή (2004 – 2009) χα­ρακτηρίστηκε επίσης από πολλά σκάνδαλα διαφθοράς, όπως του Βατοπεδίου, των δομημένων ομολόγων, της Siemens κ.α. H κυβέρνησή του επίσης κατηγορήθηκε για το αιφνιδιαστικό κλείσιμο της Βουλής τον Μάιο του 2009, μια κίνηση που οδήγησε στην παραγραφή όλων των εκκρεμουσών υποθέσων για την περίοδο της πρώ­της διακυβέρνησης της, που, σύμφωνα με την αντιπολί­τευση, έγινε για να συγκαλύψει τα σκάνδαλα εκείνης της περιόδου.

H αρχική απογραφή που είχε κάνει ο νέος υπουργός οικονομικών Γ. Αλογοσκούφης προσδιόρισε το έλλειμμα του 2004 στα 2,95% του ΑΕΠ, σε αντίθεση με το 1,2% που είχε προϋπολογήσει ο προηγούμενος υπουργός οι- κονομικοίν του ΠΑΣΟΚ, Ν. Χριστοδουλάκης. Μετά από χρόνια η Eurostat έδειξε πως αυτό ήταν 7,5%, καθώς ο Χριστοδουλάκης είχε κρύψει διάφορες δαπάνες των Ολυμπιακών Αγώνων.

Τα ελλείμματα της ΝΔ για τα έτη 2005, 2006, 2007 και 2008 ήσαν αντίστοιχα 5,2%, 2,9%, 3,7% και 7,7% . Όσο για το έλλειμμα του 2009, αυτό είχε μια μυθιστορηματική εξέλιξη. Στην αρχή, η κυβέρνηση της ΝΔ μιλούσε για έλ­λειμμα 4% και αργότερα για ένα έλλειμμα 6%. Στη συ­νέχεια ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Προ- βόπουλος, μίλησε για έλλειμμα 8 ή 9% που θα αύξανε κάθε μήνα κατά 1 μονάδα και ενημέρωσε, όπως βεβαί­ωσε αργότερα, γι’ αυτό τον Καραμανλή και τον Παπαν­δρέου.

Η κατοπινή κυβέρνηση Παπανδρέου μίλησε για έλ­λειμμα 12,7%, το οποίο η Eurostat ανέβασε, μετά από έλεγχο, στα 13,6% και τελικά στα 15,4%! Ήταν το υψηλό­τερο έλλειμμα του 2009 απ’ όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης! H ΝΔ είχε παραποιήσει τα στατιστικά στοι­χεία και είχε παρουσιάσει ένα πολύ μικρότερο έλλειμμα. Το δημόσιο χρέος για το 2009 ανήλθε τελικά στα 126,8% του ΑΕΠ.

Η κυβέρνηση Καραμανλή παρέλαβε το 2004 ένα χρέος 185 δισ. ευρώ (108% ΑΕΠ.) και το παρέδωσε στο τέλος της θητείας της στα 298 δισ. ευρώ (126%)!

Τελικά η μόνη θετική ενέργειά της ήταν η συμφωνία που έκλεισε με τη Ρωσία για τον Αγωγό Μπουργκάς- Αλεξανδρούπολης. Οπουδήποτε αλλού είχε αποτύχει πα­ταγωδώς…

Οικονομική Κρίση 2007 – Μια Ακόμα Φούσκα του Καπιταλισμού

Μετά το τρομοκρατικό κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου επικρατούσε φόβος και αστάθεια στις χρηματιστικές αγορές. Για να αποφευχθεί η κρίση, οι ΗΠΑ μείωσαν τα επιτόκια και χαλάρωσαν την πίστη, ενθαρρύνοντας τον δανεισμό των πολιτών. Οι Τράπεζες άδραξαν την ευκαιρία και άρχισαν να προσφέρουν ελκυστικά στεγαστικά δάνεια, αρχικά πιο προσεκτικά, εξετάζοντας την αξιοπι­στία των δανειοληπτών και αργότερα πιο επιθετικά, χω­ρίς ιδιαίτερες εγγυήσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να προ­σφέρουν τελικά ενυπόθηκα δάνειο χαμηλής αξιοπιστίας, τα περιβόητα subprimes. Τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού έτρεξαν να εκμεταλλευτούν τις ευνοϊκές αυ­τές συνθήκες για να αγοράσουν σπίτι. H αγορά των επι­σφαλών αυτών στεγαστικών δανείων γρήγορα ανήλθε από το 8% το 2001, στο 20% το 2007 του συνολικού πο­σού των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ.

Για να εξασφαλιστούν οι Τράπεζες καλύτερα από τον πιστωτικό και επιτοκιακό κίνδυνο αυτών των δανείων, τα χρησιμοποίησαν σαν περιουσιακά στοιχεία, που εγγυούνταν την αποπληρωμή των δόσεων τους στον κά­τοχο τους. Τα μετέτρεψαν δηλαδή σε εμπορεύσιμους εγ­γυητικούς τίτλους. Διάφοροι ανεξάρτητοι «φορείς αξιο­λόγησης» αποτιμούσαν στη συνέχεια «επιστημονικά» την αξιοπιστία αυτών των τίτλων. Συνήθως δέχονταν πιέσεις από τις μεγάλες Τράπεζες πελάτες τους και απο­τιμούσαν με τον καλύτερο βαθμό, χωρίς καμιά διερεύ­νηση, αυτούς τους τίτλους. Η αγορά των επισφαλών αυ­τών παραγώγων ανήλθε την περίοδο 2001-2006 στα 11,5 τρισ. δολάρια. Γρήγορα αυτά διασκορπίστηκαν στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς όλου του κόσμου.

Η αλόγιστη χρήση αυτών των παράγωγων, που εξαρτώνταν από τη δυνατότητα αποπληρωμής δανείων χα­μηλής αξιοπιστίας, δημιούργησε μια μεγάλη φούσκα που δεν άργησε να σκάσει. Όταν η κεντρική Τράπεζα των ΜΠΑ ανέβασε σταδιακά τα επιτόκια στο 5,25%, με­γάλες ομάδες πληθυσμών βρέθηκαν σε αδυναμία πλη­ρωμής των δόσεων των δανείων τους και ο αριθμός τους συνεχώς μεγάλωνε. H φούσκα έσκασε τελικά τον Αύγουστο του 2007 και οι Τράπεζες άρχισαν να καταρ­ρέουν η μία μετά την άλλη, όχι μόνον από την εξάλειψη της πίστης, αλλά και από τις φημολογίες και τις μαζικές αναλήψεις χρημάτων από τους καταθέτες τους που φο­βούνταν μήπως πτωχεύσουν και χάσουν τα χρήματα τους. Πολλές αμερικανικές Τράπεζες τότε πτώχευσαν, άλλες συγχωνεύθηκαν για να γλιτώσουν, άλλες πουλή­θηκαν σε εξευτελιστικές τιμές και άλλες κρατικοποι­ήθηκαν!

Η κρίση κορυφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2008 και μεταδόθηκε γρήγορα σαν ντόμινο στις ευρωπαϊκές Τρά­πεζες που είχαν επενδύσει σε αυτά τα «τοξικά ομόλογα», όπως ονομάστηκαν, τα οποία ήταν πια… αέρας κοπανι­στός, χωρίς κανένα αντίκρισμα!

H μεγάλη αυτή χρηματοπιστωτική φούσκα μόλυνε τε­λικά όλο το σύστημα μέσα από μια αναπόφευκτη αλυσι­δωτή αντίδραση. Στην προσπάθειά τους να ελέγξουν την κρίση και να διασώσουν το χρηματοοικονομικό σύστημα οι κεντρικές Τράπεζες άρχισαν να αγοράζουν τοξικά ομόλογα αναζωογονώντας τις Τράπεζες που ασφυκτι­ούσαν από έλλειψη ρευστότητας. Η κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ λ.χ. χρησιμοποίησε για τη διάσωση των Τρα­πεζών πληθωριστικό χρήμα ύψους 1,8 τρισ. δολλαρίων, επιβαρύνοντας το ήδη κολοσσιαίο από τις δαπάνες του πολέμου δημόσιο χρέος της χώρας και τον κρατικό προ­ϋπολογισμό. Με ένα έλλειμμα επίσης 800 δισ. δολάρια ετησίως και με την απροθυμία όλο και περισσότερων πια χωρών να στηρίξουν το δολάριο σαν ένα διεθνές αποθε­ματικό νόμισμα, η οικονομική παντοδυναμία και ηγεμο­νία των ΗΠΑ αμφισβητείται πλέον έντονα παγκοσμίως.

Ανάλογες ενέσεις ρευστότητας πρόσφερε στις ευρω­παϊκές Τράπεζες η ΕΚΤ, φορτώνοντας και αυτή τη ζη­μιά στους λαούς και όχι στους τραπεζίτες που έπαιξαν κερδοσκοπικά εις βάρους των απλών πολιτών και έχα­σαν. Οι διασωθείσες στη συνέχεια Τράπεζες θα κερδο­σκοπούσαν πάλι εις βάρος του λαού που τις έσωσε. Οι ελληνικές πάντως Τράπεζες επλήγησαν στην αρχή λι­γότερο, γιατί δεν είχαν επενδύσει σε μεγάλη έκταση πάνω σε αυτά τα τοξικά παράγωγα ή σε άλλα ανάλογα χρηματιστικά προϊόντα που απαξιώθηκαν, με εξαίρεση το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και ορισμένα αμοιβαία κε­φάλαια της Εθνικής Τράπεζας και της Alpha Bank. Λόγω της διασύνδεσης πάντως και αλληλεξάρτησης του παγ­κόσμιου τραπεζικού συστήματος δοκίμασαν και αυτές τελικά μια κρίση ρευστότητας. Απλά απέφυγαν την κα­τάρρευση.

Η Βρετανία, παρότι διέθετε μεγάλα χρηματικά απο­θέματα, ακολούθησε γρήγορα την Αμερική και ήταν από τις πρώτες Ευρωπαϊκές χώρες που επλήγησαν από την κρίση. Πολλές τότε Τράπεζες κρατικοποιήθηκαν και άλ­λες συγχωνεύθηκαν.

Το μεγαλύτερο πάντως χτύπημα στην Ευρώπη το δέ­χτηκε η Ισλανδία, οι Τράπεζες της οποίας είχαν αγοράσει πολλά τοξικά ομόλογα και κατάρρευσαν το 2008. Μεταξύ αυτών ήταν και η διαδικτυακή Τράπεζα lcesave στην οποία είχαν καταθέσεις επίσης Βρετανοί και Ολλανδοί. Οι καταθέτες αυτοί αποζημιώθηκαν από τις κυβερνή­σεις τους, οι οποίες συμφώνησαν με την κυβέρνηση της Ισλανδίας να τους αποπληρώσει το χρέος των 3,8 δισ. ευρώ μέχρι το 2024, Κάτω από έντονη λαϊκή πίεση η Ισ­λανδική κυβέρνηση αναγκάστηκε να διεξάγει δημοψή­φισμα για την αποδοχή ή όχι, αυτής της συμφωνίας. Η συμφωνία απερρίφθη τελικά από το 93% των πολιτών! Αυτό για να καταλάβουμε πώς αντιδρούν ορισμένοι λαοί στις μεγάλες αδικίες που απεργάζονται οι κυβερνήσεις τους εις βάρος τους.

Μερικοί αποδίδουν την κρίση στη μεγάλη απληστία ολίγων διεθνών τραπεζιτών και προτείνουν περισσότερη διαφάνεια, παρεμβάσεις, ρυθμιστικά μέτρα, ελέγχους και συντονισμό σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Στην πραγματικότητα όμως οι οικονομικές κρίσεις είναι έμ­φυτες στο καπιταλιστικό σύστημα.

Για να γίνει κατανοητό πόσο φούσκες είναι όλα αυτά τα χρηματιστηριακά προϊόντα, αρκεί να σημειωθεί ότι ενώ το παγκόσμιο ΑΕΠ υπολογίζεται περίπου 50 τρισ. δολάρια, η χρηματιστηριακή αγορά μετοχών, ομολόγων και τραπεζικών καταθέσεων είναι τριπλάσια (150 τρισ.) και η χρηματιστική αγορά παραγώγων Μπλάσια (700 τρισ. δολάρια).

Υπάρχει δηλαδή μια τεράστια ψαλίδα μεταξύ του πραγματικού παραγόμενου πλούτου και των πλασματι­κών δομημένων «παραγώγων» του διεθνούς χρηματο­πιστωτικού συστήματος. Ολόκληρη η παγκόσμια οικονομία στηρίζεται σε μια σειρά από τέτοιες φούσκες. Απλά μια από αυτές έσκασε στις μέρες μας…

Η περίοδος Γ. Παπανδρέου και η… Διάσωση μέσω Μνημονίου

Τα ασύστολα ψέματα, οι μυστικές συμφωνίες, η σκό­πιμη μετάθεση ευθυνών, η στείρα προπαγάνδα, ο εκφο­βισμός, η παράλυση -και χειραγώγηση τελικά- του λαού, μαζί με τη βοήθεια των ΜΜΕ, βοήθησαν την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, που διαδέχθηκε στις 5 Οκτωβρίου 2009 την κυβέρνηση Καραμανλή, να επιβάλει τις προειλημ­μένες αποφάσεις της για προσφυγή της χώρας μας στο ΔΝΤ.

Ο Γ. Παπανδρέου έκανε ό,τι μπορούσε για να πείσει το λαό πως η προσφυγή αυτή ήταν μια αναπόφευκτη οι­κονομική αναγκαιότητα, ενώ ουσιαστικά επρόκειτο για μια πολιτική του απόφαση, πριν ακόμα κι από τις εκλο­γές! Όπως αποκάλυψε ο υφυπουργός Οικονομικών, Φί­λιππος Σαχινίδης, σε μια συνέντευξή του στην κρατική τηλεόραση στις 5 Μαΐου 2010 «όταν ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ τη διακυβέρνηση της χώρας, διαπίστωσε ότι η μόνη εναλλακτική επιλογή που είχε ήταν να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο». Τόνισε μάλιστα ότι η προ­σφυγή αυτή ήταν η πρώτη και μοναδική επιλογή αμέ­σως μετά την 5η Οκτωβρίου. Το ίδιο άλλωστε αποκά­λυψε τελευταία ο Γάλλος δημοσιογράφος Νικολά Εσκουλάν στη συνέντευξη με τον Ντομινίκ Στρος Καν.

Μπορεί ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ να διαμήνυσε ανερυθρίαστα προεκλογικά στο λαό πως «λεφτά υπάρχουν», αλλά όπως αποδείχτηκε γνώριζε ήδη την οικονομική κα­τάσταση της χώρας, έχοντας ενημερωθεί γι’ αυτήν τόσο από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Προβόπουλο, όσο και από τον τέως υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, σοσιαλδημοκράτη Πέερ Στάινμπρικ. Ο τε­λευταίος αποκάλυψε σε ένα πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο του ότι είχε ενημερώσει πλήρως τον Γ. Παπανδρέου για την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας από τον Ιανουάριο του 2009, πολύ πριν από τις βουλευ­τικές εκλογές του Οκτωβρίου. Υποστηρίζει μάλιστα ότι μετά από αυτήν την ενημέρωση ο Παπανδρέου φάνηκε προβληματισμένος και εξέφρασε τον ενδοιασμό του αν θα έπρεπε να κερδίσει ή όχι τις εκλογές κάτω από αυτές τις συνθήκες.

Και ο Γ. Παπανδρέου επομένως ήξερε πολύ καλά τι ακριβώς συνέβαινε, πολύ πριν τις εκλογές, όπως και οι Ευρωπαίοι. Ο πρόεδρος του Eurogroup, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, έχει ήδη ομολογήσει δημόσια πως οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνώριζαν ήδη από δεκαετίες την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, αλλά έκαναν τα στραβά μάτια, επειδή η Γερμανία και η Γαλλία επωφελούνταν τα μέγιστα από τις εξαγωγές τους στη χώρα μας!

Όλες οι πληροφορίες συμβάλλουν στο ένα και μονα­δικό γεγονός πως ο Γ. Παπανδρέου είπε ψέματα, όταν έταζε προεκλογικά στο λαό ότι «λεφτά υπάρχουν» και όταν ισχυριζόταν πως δεν ήξερε τίποτα για την οικτρή οικονομική κατάσταση της χώρας και το έμαθε δήθεν όταν έγινε πρωθυπουργός!

Ακόμα και η «ανακάλυψη» και αποκάλυψη στο πανελ­λήνιο, αλλά και διεθνώς, της στατιστικής μαγειρικής που χρησιμοποίησε η προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ για να αποκρύψει το πραγματικό ύψος των ελλειμμάτων της, το 2009, φαίνεται να ήταν μέρος της ήδη προαποφασισθείσας και προχαραχθείσας στρατηγικής του επι­τελείου του ΠΑΣΟΚ για τις αιτιολογίες, ψυχολογικές πιέσεις και τα μέσα που θα χρησιμοποιούσε για να κα­θοδηγήσει τον κόσμο στο να αποδεχτεί τελικό, χωρίς πολλές αντιδράσεις, τη «μία και μοναδική» λύση του Μνημονίου.

Ο «σοσιαλιστής» ηγέτης αρνήθηκε να δανειστεί τον Οκτώβριο, τον Νοέμβριο ή τον Δεκέμβριο του 2009, όταν τα επιτόκια ήταν χαμηλά. Αντ’ αυτού έκανε ό,τι μπορούσε για να εκθέσει διεθνώς την άσχημη οικονο­μική κατάσταση της χώρας, τρομοκρατώντας τις «αγο­ρές», που άρχισαν να ανεβάζουν επικίνδυνα τα επιτόκια δανεισμού. Πρόβαλε με «ειλικρίνεια» τα υψηλά δημο­σιονομικά ελλείμματα της ΝΔ και το υπέρογκο δημόσιο χρέος, διακηρύσσοντας συγχρόνως ότι κυβερνά μια εν­τελώς διεφθαρμένη χώρα. Άλλοι υπουργοί του διαμή­νυαν πως «δεν υπάρχει σάλιο στα ταμεία» και ότι η ελ­ληνική οικονομία ήταν σαν τον Τιτανικό, έτοιμη να βου­λιάξει! H κυβέρνηση πρόβαλε σκόπιμα και όχι από ανι­κανότητα την αρνητική αυτή εικόνα της χώρας μας στο εξωτερικό.

Η στρατηγική του ΠΑΣΟΚ περιελάμβανε την έμπρα­κτη «απόδειξη» της μη δυνατότητας δανεισμού της χώ­ρας μας και τον πλήρη αποκλεισμό αυτού του ενδεχο­μένου, ώστε να παραμείνουν μόνον τα δύο άλλα δυνατά ενδεχόμενα: η χρεωκοπία και η προσφυγή στο ΔΝΤ. H πρώτη δαιμονοποιήθηκε στο έπακρον και ταυτίστηκε με την κατάρρευση του δημοσίου και την καταστροφή της χώρας. Ήταν με απλά λόγια «παράλογη» κι επομένως δεν έμενε παρά η λύση του ΔΝΤ, όσο οδυνηρή και να ήταν αρχικά. Γρήγορα, το πολύ σε 2-3 χρόνια, θα έφερνε την ανάκαμψη και ευημερία. Ένα ακόμα μεγάλο ψέμα!

Ο Σαμαράς έχει απόλυτα δίκιο όταν κατηγορεί το ΠΑ­ΣΟΚ ότι μετέτρεψε ένα πρόβλημα ελλείμματος σε μια κρίση δανεισμού. Αφήνει όμως να εννοηθεί πως το έκανε από ανικανότητα, ενώ πολλοί πιστεύουν ότι το έκανε σκόπιμα και συνειδητά!

Η Γερμανία αντέδρασε αρχικά στην ιδέα του μηχανι­σμού στήριξης και ανέβασε ακόμα περισσότερο τα spreads. Αναρωτιέται κανείς μήπως ήταν και αυτή, όπως και η Γαλλία, από την αρχή μέσα στο κόλπο… Το γερμανικό περιοδικό Focus μας έδειξε στο εξώφυλλο του τη γυμνή Αφροδίτη με ανυψωμένο το μεσαίο της δάκτυλο… H επί­θεση των κερδοσκόπων που στοιχημάτιζαν σε CDS υπέρ της χρεωκοπίας της Ελλάδας κλιμακώθηκε, ανε­βάζοντας ακόμα περισσότερο τα spreads. Ο δανεισμός φαινόταν πρακτικά αδύνατος και η χώρα οδηγείτο ανα­πόφευκτα στη χρεοκοπία… εκτός αν προσέφευγε στο ΔΝΤ ή αν δημιουργόταν ένας «Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης»… Όλα απολύτως λογικά και προσχεδιασμένα!

Τα CDS (credit default swaps) ή «ασφάλιστρα αντι­στάθμισης κινδύνου έναντι χρεοκοπίας» είναι ασφάλι­στρα που πληρώνονται στην περίπτωση μη αποπληρω­μής ενός χρέους. Μια Τράπεζα που αγοράζει ομόλογα από ένα κράτος, π.χ. από την Ελλάδα, ασφαλίζει τα λε­φτά που έδωσε στην Ελλάδα σε μια άλλη Τράπεζα, η οποία είναι υποχρεωμένη να της δώσει αυτά τα ασφάλι­στρα όταν αυτό το κράτος χρεοκοπήσει. Προφανώς όσο πιο επισφαλής είναι η οικονομική κατάσταση μιας χώ­ρας, τόσο υψηλότερα ασφάλιστρα θα απαιτήσει η Τρά­πεζα που ασφαλίζει το χρέος.

Τρεις Τράπεζες ελέγχουν διεθνώς σε συντριπτική πλειοψηφία την χρηματιστηριακή αγορά των CDS: η Goldman Sachs, η J. P. Morgan και η γερμανική Deutsche Bank. Υποστηρίζεται πως ο ιδιοκτήτης του γερμανικού Focus, Hubert Burda, είναι σύμβουλος αυτών των Τρα­πεζών και ότι τον συνέφερε επομένως η χρεωκοπία της χώρας μας και η μη εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα δα­νεισμού.

Σημειώνουμε εδώ ότι τις ισχυρότερες κερδοσκοπικές επιθέσεις «για την αποσταθεροποίηση», όπως λέγανε της Ευρωζώνης, δεν τις έκαναν, όπως θα περίμενε ίσως κα­νείς, αμερικανικά ή κινεζικά χρηματιστικά κεφάλαια, αλλά Τράπεζες της ίδιας της Ευρωζώνης!

Στις 25 Ιανουαρίου 2010 η Ελλάδα δοκίμασε να δανει­στεί, αφού οι αγορές είχαν λάβει ήδη τα μηνύματά της… Μπόρεσε να δανειστεί τελικά 8 δισ. ευρώ, αλλά με ένα πανάκριβο επιτόκιο 6,2%. Φαινόταν καθαρά και πρα­κτικά πως δεν μπορούσε να συνεχίσει να δανείζεται με τέτοιες τοκογλυφικές τιμές. Παρότι η Goldman Sachs έχει χαρακτηριστεί σαν ένα «βαμπίρ που ρουφά διαρκώς το αίμα της ανθρωπότητας», στην προκειμένη περί­πτωση ήταν κατά την άποψή μας σε συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση και μέσα στο κόλπο. Είχε προηγη­θεί άλλωστε μια συνάντηση του Γ. Παπανδρέου, ένα μήνα μετά την εκλογή του, στο ξενοδοχείο «Πεντελικό» στην Κηφισιά, με προσωπικότητες από την Ελλάδα και τον πρόεδρο της Goldman Sachs, Gary Cohn. Τι να συ­ζήτησαν άραγε;

Πιστεύουμε πως επρόκειτο για μια συμφωνία κυρίων, να συμφωνήσει δηλαδή η Goldman Sachs να μας επιτε­θεί σκόπιμα, ώστε πολλοί παίκτες να παίξουν σε CDS υπέρ της χρεωκοπίας μας και να ανεβάσουν έτσι στα ύψη τα spreads. H Goldman Sachs ήξερε πως δε θα χρεωκοπούσαμε και κέρδισε χοντρό χρήμα από το όλο παι­χνίδι, τόσο εξ αιτίας των εσωτερικών πληροφοριών που διέθετε από την ίδια την κυβέρνηση Παπανδρέου, όσο και από κανένα επιπλέον «δωράκι» που μπορεί να έλαβε από αυτήν, σαν αυτά που της είχαν δοθεί παλαιότερα για το swap. Αποκλείεται να χρεωκοπούσαμε με αυτό τον τρόπο. Ήταν απλά το μέσο για να οδηγηθούμε γρήγορα στο μηχανισμό στήριξης και στο Μνημόνιο.

Οι όροι που θα επέβαλε τελικά το ΔΝΤ ήταν ιδιαίτερα επαχθείς και αντιλαϊκοί και δε θα έπρεπε με τίποτα να φανεί ότι το είχε καλέσει ο ίδιος. Ο πρόεδρος όμως του ΔΝΤ, Στρος Καν, μας βεβαιώνει πως το Ταμείο ήλθε γιατί το κάλεσε η κυβέρνηση!

Στις 2 Μαΐου 2010 αποφασίστηκε η λήψη του πακέτου στήριξης, ύψους 110 δισ. ευρώ έως το 2012. 80 δισ. ευρώ θα λαμβάναμε από την Ευρωζώνη με επιτόκιο περίπου 5% και τα υπόλοιπα από το ΔΝΤ με μικρότερο επιτόκιο. H δανειακή αυτή σύμβαση έχει καθαρά αποικιοκρατικό χαρακτήρα. Εφαρμόζει αυθαίρετα το αγγλικό δίκαιο, πα­ρότι κανένας από τους συμβαλλομένους δεν είναι Άγ­γλος και αυτό γιατί το αγγλικό δίκαιο είναι ιδιαίτερα σκληρό απέναντι στον οφειλέτη, υπερασπιζόμενο κυ­ρίως τα δικαιώματα του δανειστή.

H Ελλάδα δεσμεύθηκε από τη σύμβαση να μη συνά­ψει άλλο δάνειο από καμιά άλλη χώρα, μέχρι να αποπλη­ρώσει το συγκεκριμένο. Να καταβάλλει επίσης ανελλι­πώς όχι μόνο τις δόσεις αυτού του δανείου, αλλά και τις δόσεις όλων των δανείων που έχει πάρει στο παρελθόν και λήγουν στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Απαγο­ρεύεται δηλαδή να κηρύξει στάση πληρωμών ή να αρ­νηθεί οποιοδήποτε μέρος από το παλιό χρέος της. Της απαγορεύεται επίσης να αμφισβητήσει οποιαδήποτε στιγμή νομικά αυτή τη σύμβαση. Τέλος της επιβάλλεται να παραιτηθεί «αμετάκλητα και άνευ όρων από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει, όσον αφορά την ίδια ή τα περιουσιακά της στοιχεία». Με απλά λόγια το δάνειο αυτό είναι ενυπόθηκο, καλυμμένο με την εγ­γύηση της εθνικής περιουσίας!

Πρέπει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα δεν παίρνει ούτε ένα ευρώ από αυτά τα 110 δις! Όπως παραλαμβάνονται, τα στέλνει αμέσως στους κατόχους των ελληνικών ομο­λόγων που λήγουν. Το επιτόκιο του δανείου είναι τοκο­γλυφικό. Ας μην ξεχνούμε πως η Γερμανία δανείζεται από τις αγορές με επιτόκιο 3% και οι Τράπεζες από την ΕΚΤ με επιτόκιο μόνον 1%. H Γερμανία έτσι, η Γαλλία, αλλά και άλλα κράτη της Ευρωζώνης βγάζουν χοντρά λε­φτά από τη «βοήθεια» που μας προσφέρουν.

H Ευρωπαϊκή Ένωση δε θα άφηνε ποτέ την Ελλάδα να χρεοκοπήσει, γιατί το κόστος για την ίδια και το παγκόσμιο σύστημα θα ήταν τρομακτικό. Παρότι το γνώριζε αυτό η κυβέρνηση, δεν έπαιξε αυτό το ισχυρό χαρτί που διέθετε, να απειλήσει πως «θα πεθάνει μετά των αλλοφύλων»… Δεν αρνήθηκε το επαχθές μέρος του δημόσιου χρέους της χώρας, δεν προσποιήθηκε τουλάχιστον πως είναι έτοιμη να κάνει στάση πληρωμών και να ζητήσει αναδιάρθρωση του χρέους. Αντί να εκφοβίσει τους τοκογλύφους, επί χρόνια δανειστές κι εκμεταλλευτές μας, έκανε ό,τι μπορούσε για να τους προστατέψει και να τρομοκρατήσει αντίθετα τους πολίτες της. Ακόμα και τώρα αρνείται τη λέξη «αναδιάρθρωση» στο λεξιλόγιο της, ίσως επειδή αυτή συνδέεται συνήθως με τη χρεωκοπία. Θέλει απλά χρόνο, θέλει «επιμήκυνση» (πράγμα που πέτυχε μαζί με την παράλληλη μείωση κατά 1 μονάδα του επιτοκίου δανεισμού μας). Θέλει να ξεπληρώσει πλήρως όλα όσα τις επιβάλλουν οι τοκογλύφοι. Όλα τα πανωτόκια, όλο το επαχθές χρέος, μέχρι και την τελευταία δεκάρα!

[Α. Ξένος, ένθετο «Χρήμα, Δάνεια και Χρέη»,στο τεύχος 189 του περιοδικού «Τρίτο Μάτι»]

Δεν υπάρχουν σχόλια: