By: olympiada
Σε συνέχεια αυτού: Πρόταση βόμβα: Κλειδώστε την “δραχμή” με το δολλάριο και δείτε πως το χρέος σε Ευρώ “εξαϋλώνεται”.
Διαβάστε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο που ακολουθεί. Δίνει το σενάριο με απλά λόγια, κατανοητά σε όλους.
Όπως έχουμε αναλύσει (άρθρο μας),
η έξοδος μίας χώρας από την Ευρωζώνη θα την υποχρέωνε να ανταλλάξει το
Ευρώ με το νέο νόμισμα της. Επομένως, τόσο οι Πολίτες της, όσο και οι
τράπεζες της, θα έπρεπε να παραδώσουν τα Ευρώ τους στην ΕΚΤ,
ενώ θα ελεγχόταν στη συνέχεια, εκ μέρους του κράτους τους, η πιστή
εφαρμογή των παραπάνω (διασυνοριακοί έλεγχοι, «λαθραίες» αποταμιεύσεις
κλπ.). Λογικά λοιπόν, εάν προέβλεπε κανείς ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα
μετέτρεπε τις οικονομίες του σε ξένα νομίσματα – τα οποία αφενός μεν δεν
θα υποτιμούνταν, αφετέρου δεν θα έπρεπε να ανταλλαχθούν με το νέο
νόμισμα.
Υποθέτοντας τώρα ένας «ανατρεπτικός» συνάδελφός μας ότι το κράτος, το
οποίο θα υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, θα ακολουθούσε την
ίδια τακτική, θεώρησε πως η κυβέρνηση του θα έκανε ίσως τη σκέψη (μόνη της ή μετά από υπόδειξη του ΔΝΤ, στα πλαίσια ενδεχομένων σχεδίων διάλυσης της Ευρωζώνης), να ανταλλάξει τα Ευρώ με Δολάρια, πριν ακόμη εξέλθει από το κοινό νόμισμα – «υποκινώντας» έμμεσα τους Πολίτες της, καθώς επίσης τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, να κάνουν το ίδιο.
Με αυτόν τον τρόπο θα άλλαζε αρχικά (πριν εξέλθει από την Ευρωζώνη) το επίσημο νόμισμα του κράτους, το Ευρώ, “defacto“ με το δολάριο, – εκ των πραγμάτων δηλαδή και χωρίς να ακολουθηθεί μία «επίσημη διαδικασία».
Ένα πρώτο αποτέλεσμα των «πράξεων» του συγκεκριμένου κράτους θα ήταν
προφανώς η δημιουργία τεράστιων προβλημάτων στην Ευρωζώνη – αφού θα ακολουθούσαν μεγάλες πιέσεις στην ισοτιμία του Ευρώ, σε σχέση με το δολάριο, λόγω των μαζικών πωλήσεων Ευρώ εκ μέρους του (επομένως, θα επιταχυνόταν η διάλυση της).
Συνεχίζοντας, η έξοδος του συγκεκριμένου κράτους από την Ευρωζώνη,
δεν θα είχε σαν αποτέλεσμα την επιδρομή των καταθετών του στις τράπεζες
(bank run), την εξαγωγή συναλλάγματος λόγω φόβων
υποτίμησης/παρακράτησης, τη ραγδαία μείωση της αγοραστικής αξίας του
νέου νομίσματος, την αδυναμία εισαγωγών πρώτων υλών, την άνοδο της τιμής
των εισαγομένων προϊόντων και όλα όσα «καταστροφικά» έχουμε στο
παρελθόν αναφέρει - αφού το «de facto» ανταλλακτικό νόμισμα (δολάριο) θα έμενε ανέπαφο.
Περαιτέρω υποθέτοντας ότι, η Ευρωζώνη θα διαλυόταν στη συνέχεια ή πως η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ θα μειωνόταν δραματικά, σε σχέση με το δολάριο (λόγω
της υπερχρέωσης, των φόβων διάλυσης, της αδυναμίας αντιμετώπισης της
Ελληνικής, της Ιταλικής ή της Ισπανικής κρίσης, της μη ενεργοποίησης της
ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά δημοσίων ομολόγων κλπ.), είναι προφανές ότι, το δημόσιο
χρέος του εξερχόμενου κράτους, θα περιοριζόταν αισθητά, «εκπεφρασμένο»
στο εθνικό του νόμισμα, λόγω ανατίμησης του δολαρίου.
Συνεχίζοντας στο σενάριο του συναδέλφου μας, το κράτος που θα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη, υιοθετώντας το δικό του νόμισμα, θα μπορούσε να καθορίσει την ισοτιμία του σε σχέση με το δολάριο και όχι με το ευρώ. Παράλληλα, η κεντρική του τράπεζα θα μπορούσε να δημιουργήσει πλέον μόνη της χρήματα, εκδίδοντας το νέο εθνικό νόμισμα - το οποίο όμως δεν θα διέθετε ελεύθερα για ένα χρονικό διάστημα 3-5 ετών, έτσι ώστε αφενός μεν να μην υποτιμηθεί σημαντικά η αξία του (λόγω φόβων, η υποτίμηση στην αρχή μπορεί να φτάσει ακόμη και στο 90%, ενώ στη συνέχεια σταθεροποιείται κάτω από το 50%), αφετέρου να μην υπάρξει «διαφυγή» του στο εξωτερικό.
Απλούστερα, όλες οι συναλλαγές εντός και εκτός της συγκεκριμένης
χώρας θα γινόταν με δολάρια, αντί με ευρώ – φυσικά σταδιακά, μέχρι να
αντικατασταθεί πλήρως το Ευρώ, μέσω της αγοράς δολαρίων εκ μέρους των
Πολιτών από τις τράπεζες, με τα διαθέσιμα ευρώ. Δηλαδή, όλα τα προϊόντα, οι υπηρεσίες, οι μισθοί, οι συντάξεις κλπ. θα πληρωνόντουσαν από ένα σημείο και μετά με δολάρια, αφού αυτό θα ήταν το de facto νόμισμα του κράτους, έως τη στιγμή που θα το αντικαθιστούσε το νέο εθνικό του νόμισμα.
Περαιτέρω, η κεντρική τράπεζα του εξερχόμενου κράτους, θα μπορούσε να
χρησιμοποιήσει το νέο εθνικό νόμισμα για την ανταλλαγή του με δολάρια,
εάν συνεργαζόταν με τη Fed - η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να τη βοηθήσει, δανείζοντας την με χαμηλά επιτόκια, με τη μέθοδο των swap.
Σε αντάλλαγμα για τη βοήθεια αυτή, το κράτος θα μπορούσε να καλύπτει τις ανάγκες της σε πρώτες ύλες, ενέργεια κλπ. από αμερικανικές εταιρείες, διαθέτοντας κοινό νόμισμα μαζί τους – μεταξύ άλλων τις εξοπλιστικές, αντί
από τη Γερμανία ή από τη Γαλλία. Ίσως οφείλουμε να προσθέσουμε εδώ ότι,
η Fed (ιδιωτική τράπεζα) έχει βοηθήσει στο παρελθόν πολλές άλλες
κεντρικές τράπεζες, ακόμη και την ΕΚΤ, μέσω συμφωνιών ανταλλαγής (dollar liquidity swap lines).
Με τα χρήματα αυτά τώρα, η κεντρική τράπεζα θα αγόραζε ενδεχομένως ομόλογα του δημοσίου της χώρας της, χρεώνοντας ελάχιστα υψηλότερα επιτόκια από τη Fed (περί
το 1%) και καλύπτοντας τις δανειακές ανάγκες του κράτους, έτσι ώστε να
μη χρεοκοπήσει, για μία ορισμένη χρονική περίοδο – κατά τη διάρκεια της
οποίας η χώρα θα έπρεπε να εξυγιανθεί.
Παράλληλα, οι καταθέσεις των Πολιτών της εξερχόμενης χώρας στις τράπεζες του εξωτερικού θα επέστρεφαν, με
ευεργετικά αποτελέσματα για τους Ισολογισμούς των εγχωρίων τραπεζών
της, αφού το δολάριο θα παρέμενε το de factoνόμισμα του κράτους - έχοντας ουσιαστικά ανάλογη ή καλύτερη «εικόνα» (prestige) από το Ευρώ.
Το γεγονός αυτό θα διευκόλυνε, μεταξύ άλλων, τις επενδύσεις των υπολοίπων «περιοχών» του δολαρίου, την έκδοση εθνικών ομολόγων ή τη σύναψη δανειακών συμβάσεων με «τρίτες» χώρες - ενδεχόμενα που θα βοηθούσαν στο να δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης. Φυσικά θα εμφανίζονταν αρκετά προβλήματα (ιδιαίτερα στις εξαγωγές, στην περίπτωση ανατίμησης του δολαρίου απέναντι στο ευρώ, αν και θα ήταν θετικό για τις εισαγωγές -
ενώ θα επιτυγχάνονταν τα αντίθετα αποτελέσματα, εάν υποτιμούταν το
δολάριο, λόγω πιθανού υπερπληθωρισμού στις Η.Π.Α.), τα οποία όμως θα
ήταν μάλλον επιλύσιμα, εάν επέστρεφε η αισιοδοξία στο κράτος, μέσα από
μία «υγιή» μελλοντική προοπτική.
ΤΑ SWAPS ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ
“Τα συναλλαγματικά swap είναι χρηματοπιστωτικά
παράγωγα, με τη βοήθεια των οποίων δύο «αντισυμβαλλόμενοι» ανταλάσσουν
μεταξύ τους πληρωμές τόκων και κεφαλαίου – σε δύο διαφορετικά νομίσματα.
Στο συναλλαγματικό swap, σε αντίθεση με το swap τόκων, αλλάζουν οι ονομαστικές αξίες στην αρχή και στο τέλος της χρονικής ισχύος τους. H Ιταλία κατηγορήθηκε για τη χρήση ενός swap το
1995, με στόχο τη μείωση του δημοσίου χρέους της και την
«παραπλανητική» είσοδο της στην Ευρωζώνη – επίσης η Ελλάδα το 2002, με
τα ονομαζόμενα «Cross Currency Swaps» της Goldman Sachs“.
Ίσως είναι σκόπιμο εδώ να περιγράψουμε τα swaps παροχής ρευστότητας των κεντρικών τραπεζών, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή η παραπάνω «ρηξικέλευθη» δυνατότητα, η οποία θα
μπορούσε να προσφερθεί σε ένα αδύναμο κράτος-μέλος της Ευρωζώνης από το
ΔΝΤ ή από οποιονδήποτε άλλο, ο οποίος θα είχε στόχο την πλήρη διάλυση
της Ευρωζώνης. Στα πλαίσια αυτά οφείλουμε αρχικά να αναφέρουμε
ότι, λόγω κυρίως της παγκοσμιοποιημένης φύσης των αγορών τραπεζικής
χρηματοδότησης, η Fed έχει κατά διαστήματα συνεργαστεί με αρκετές Κεντρικές Τράπεζες, με στόχο την παροχή της απαιτούμενης ρευστότητας.
Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης,
η Fed προσχώρησε σε συμφωνίες, με σκοπό τη καθιέρωση αμοιβαίων
συναλλαγματικών διακανονισμών περιορισμένης χρονικής διαρκείας (central bank liquidity swap lines),
με ορισμένες ξένες Κεντρικές Τράπεζες. Έτσι καθιερώθηκαν δύο βασικές
μορφές τέτοιων, τύπου swap παροχών: (α) οι παροχές ρευστότητας δολαρίου
και (β) οι παροχές σε ξένο συνάλλαγμα.
Αν και οι προσωρινοί αυτοί διακανονισμοί έπαψαν να ισχύουν την 1η Φεβρουαρίου
του 2010, οι παροχές ρευστότητας δολαρίου τέθηκαν ξανά σε ισχύ από
τη Fed το Μάιο του 2010, σε συνεργασία με τις Κεντρικές Τράπεζες άλλων
κρατών - σαν άμεση, «θεσμική» αντίδραση στις μεγάλες δυσκολίες των αγορών βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης σε δολάρια.
Οφείλουμε βέβαια να διευκρινίσουμε εδώ ότι, η Fed «λειτουργεί» αυτές τις «γραμμές παροχής χρηματοδότησης τύπουswap»,
με την εξουσιοδότηση της παραγράφου 14 της πράξης της Ομοσπονδιακής
Τράπεζας – σε συμφωνία με τα δικαιώματα, με τις πολιτικές και με τις
διαδικασίες, οι οποίες έχουν καθιερωθεί από την επιτροπή
«Federal Open Market» (FOMC). Ειδικά όσον αφορά τις παροχές ρευστότητας δολαρίου (ανάλογα λειτουργούν και οι παροχές σε συνάλλαγμα), τα παρακάτω:
Παροχές Ρευστότητας Δολαρίου
Τον Δεκέμβριο του 2007 η FOMC ανακοίνωσε ότι, συμφώνησε να
εξουσιοδοτήσει τόσο την ΕΚΤ, όσο και την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας, να παρέχουν ρευστότητα σε αμερικανικά δολάρια στις «υπερατλαντικές» αγορές -
ενώ στη συνέχεια επέκτεινε την εξουσιοδότηση, εφαρμόζοντας την ίδια
πρακτική, μεταξύ της Fed και των παρακάτω Κεντρικών Τραπεζών: της
Αυστραλίας, της Βραζιλίας, του Καναδά, της Δανίας, της Αγγλίας, της
Ιαπωνίας, της Κορέας, του Μεξικού, της Νέας Ζηλανδίας, της Νορβηγίας,
της Σιγκαπούρης και της Σουηδίας.
Οι παραπάνω διακανονισμοί τώρα, με τις κεντρικές τράπεζες άλλων κρατών, συμπεριλαμβανομένων της ΕΚΤ και της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας, ολοκληρώθηκαν την 1η Φεβρουαρίου
του 2010 – ενώ το Μάιο του 2010, η FOMC ανακοίνωσε ότι, έχει
εξουσιοδοτήσει ξανά για παροχή ρευστότητας τύπου swap τις κεντρικές
τράπεζες του Καναδά, της Αγγλίας, της Ευρωζώνης (ΕΚΤ), της Ιαπωνίας και
της Ελβετίας.
Σε γενικές γραμμές, αυτά τα swap ορίζονται από δύο τύπους συναλλαγών –
από μία διπλή συναλλαγή καλύτερα. Ειδικότερα, όταν μια ξένη κεντρική
τράπεζα κάνει χρήση του δικαιώματος παροχής ρευστότητας με την Fed, η ξένη κεντρική τράπεζα «πουλάει» μια καθορισμένη ποσότητα του συναλλάγματος της (του νομίσματος της) στη Fed, υπό τη μορφή της ανταλλαγής του με δολάρια – με την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία.
Η Fed «διατηρεί» το ξένο συνάλλαγμα σε έναν λογαριασμό, στη χώρα της ξένης κεντρικής τράπεζας – ενώ τα δολάρια, τα οποία παρέχει η Fed, τοποθετούνται σε έναν λογαριασμό, τον οποίο η ξένη κεντρική τράπεζα διατηρεί στη FederalReserve Bank της Νέας Υόρκης (ουσιαστικά
λοιπόν, δεν υπάρχει εδώ κίνηση χρημάτων). Ταυτόχρονα, η Fed και η ξένη
κεντρική τράπεζα «προσχωρούν» σε μια δεσμευτική συμφωνία για μια δεύτερη
συναλλαγή – η οποία υποχρεώνει την ξένη κεντρική τράπεζα να
επαναγοράσει το συνάλλαγμα της σε μια προκαθορισμένη μελλοντική στιγμή, με την ίδια ισοτιμία ανταλλαγής (exchange rate).
Η δεύτερη συναλλαγή λοιπόν ακυρώνει ουσιαστικά την πρώτη – ενώ κατά
την ολοκλήρωση της δεύτερης συναλλαγής, η ξένη κεντρική τράπεζα πληρώνει
τόκο, με βάση το τρέχων επιτόκιο της Fed. Οι παροχές ρευστότητας σε
δολάρια τύπου swap έχουν διάρκεια ζωής από μια ημέρα (overnight), έως
και 3 μήνες.
Περαιτέρω, όταν η ξένη κεντρική τράπεζα δανείζει τα δολάρια που έλαβε
με τη χρήση των swap σε ιδρύματα της δικής της δικαιοδοσίας (τοπικές
εμπορικές τράπεζες), τα δολάρια αυτά μεταφέρονται από το λογαριασμό που η ξένη κεντρική τράπεζα διατηρεί στη Fed Νέας Υόρκης, στο λογαριασμό της τοπικής εμπορικής τράπεζας - η οποία τα χρησιμοποιεί για την εκκαθάριση των συναλλαγών της σε δολάρια.
Η ξένη κεντρική τράπεζα παραμένει φυσικά υπεύθυνη να επιστρέψει τα δολάρια στη Fed, με βάση τους όρους της συμφωνίας - η Fed δηλαδή
δεν είναι ο «αντισυμβαλλόμενος» στο δάνειο, το οποίο έλαβε η τοπική
εμπορική τράπεζα από την κεντρική της, αλλά η ίδια η Κεντρική.
Επομένως, η ξένη κεντρική τράπεζα αναλαμβάνει το πιστωτικό ρίσκο, το
οποίο σχετίζεται με τα δάνεια που συνάπτει με τα πιστωτικά ιδρύματα
(εμπορικές τράπεζες), τα οποία ανήκουν στη δικαιοδοσία της.
Το ξένο συνάλλαγμα τώρα, το οποίο λαμβάνει η Fed, είναι μέρος του
ενεργητικού στον Ισολογισμό της. Επειδή το swap δε εξοφλείται στην ίδια
συναλλαγματική ισοτιμία, η οποία συμφωνήθηκε κατά την αρχική χρήση του, η αξία σε δολάρια, στο ενεργητικό του Ισολογισμού της Fed, δεν επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις της ισοτιμίας του ξένου νομίσματος στην ελεύθερη αγορά.
Από την άλλη πλευρά, η ποσότητα συναλλάγματος σε δολάρια, η οποία
παρέμεινε στους λογαριασμούς που η ξένη κεντρική Τράπεζα διατηρεί
στη Fed της Νέας Υόρκης, αποτελεί στοιχείο του Παθητικού στον Ισολογισμό
της Fed…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου